WEB_AERIAL_MEGALOPOLI

Φωτογραφία Ν.Δ., 2003.

WEB_MAP_MEGALOPOLI

Μεγαλόπολη:  ο βιομηχανικός εκσυγχρονισμός σε μια ελληνική κωμόπολη

Στην αεροφωτογραφία της πεδιάδας της Μεγαλόπολης από τα ανατολικά βλέπουμε σε πρώτο πλάνο τον οικισμό της Μεγαλόπολης και πίσω τις κορυφές του Λύκαιου Όρους. Στο οροπέδιο διακρίνονται καθαρά οι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί και τα λιγνιτωρυχεία επιφανειακής εξόρυξης ανάμεσα σε πεδινές εκτάσεις με βοσκότοπους και πρόσφατες αναδασώσεις.

Το μέλλον της Μεγαλόπολης, μιας μικρής κωμόπολης στην Αρκαδία, εξελίχθηκε πολύ διαφορετικά από ότι θα μπορούσαν να φανταστούν οι κάτοικοι της στις αρχές της δεκαετίας του 1960, καθώς βρέθηκαν στη δίνη των αλλαγών που προκλήθηκαν από τις δυνάμεις της φύσης αλλά και τις δυνάμεις του "εκσυγχρονισμού" που αναμίχθηκαν με τους ρυθμούς της "παράδοσης" μιας τοπικής κοινότητας (βλ. Εικόνα 1).

Το 1970 ήταν το σημείο καμπής στην εξέλιξη της Μεγαλόπολης. Λίγα χρόνια πριν, το 1965, ένας καταστροφικός σεισμός άφηνε 17 νεκρούς και τα περισσότερα σπίτια της ερειπωμένα. Το 1970 ξεκινούσε η αξιοποίηση των πλούσιων κοιτασμάτων λιγνίτη στο ομώνυμο οροπέδιο και η παραγωγή θερμοηλεκτρικής ενέργειας από τη ΔΕΗ. Τα γεγονότα αυτά εισήγαγαν την οικονομία της περιοχής σε μια διαδικασία αναδιάρθρωσης με καταλυτικές συνέπειες.

Τα χρόνια που ακολούθησαν ο πληθυσμός αυξήθηκε θεαματικά. Από 2.507 κατοίκους το 1961 σχεδόν διπλασιάστηκε φτάνοντας τους 4.875 το 1981, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 45% τη δεκαετία 1961-71 και 34% τη δεκαετία 1971-81 (βλ. και παρακάτω). Η μεταβολή στις χρήσεις γης υπήρξε έντονη, ενώ η επέκταση της κατοικίας ακολούθησε αντίστοιχη αυξητική πορεία.

Μέσα σε λίγα χρόνια από το μεγάλο σεισμό δημιουργήθηκαν εκτεταμένες περιοχές ανοιχτών λιγνιτωρυχείων, ξεκίνησε η λειτουργία των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ολοκληρώθηκαν από τη ΜΟΜΑ 450 προκατασκευασμένες μονάδες κατοικίας για τους σεισμόπληκτους και δημιουργήθηκαν οργανωμένες περιοχές κατοικίας για τους εργαζόμενους της ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ (της κατασκευάστριας εταιρείας της θερμοηλεκτρικής μονάδας) και για τους εργαζόμενους και τα ανώτερα στελέχη της ΔΕΗ (βλ. Εικόνες 2, 3 και 4).

Η μικρή κωμόπολη αντιμετώπιζε πλέον τις συνέπειες αυτών των ριζικών αλλαγών. Οι απαιτήσεις για ειδικευμένη εργασία, που οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να προσφέρουν, έφεραν στη Μεγαλόπολη εργάτες από όλη την Ελλάδα. Οι νέοι κάτοικοι, όλοι υπάλληλοι και εργάτες της ΔΕΗ στους σταθμούς παραγωγής και τα λιγνιτωρυχεία (υπολογίζονται σε 750 άτομα το 1972) και οι οικογένειες τους, αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα καθημερινής ζωής: έλλειψη στέγης (πολλές από τις μονάδες για τους σεισμόπληκτους της ΜΟΜΑ ενοικιάστηκαν από τους ιδιοκτήτες τους στους νέους κατοίκους), πολύ ψηλά νοίκια, κατοίκηση στις γειτονικές πόλεις Τρίπολη και Καλαμάτα και καθημερινή μεταφορά με λεωφορεία, καθώς και γενικότερα προβλήματα ενσωμάτωσης στην τοπική κοινωνία. Μια αγροτική-εμπορική κοινωνία με παραδοσιακή νοοτροπία βρέθηκε σε αναγκαστική συμβίωση με νέες κοινωνικές ομάδες οι οποίες μετέφεραν "σύγχρονα" πρότυπα συμπεριφοράς και αξιών, αυτά της βιομηχανικής εργατικής τάξης και της μεσαίας τάξης των υπαλλήλων, επιταχύνοντας δραστικά τους ρυθμούς κοινωνικής αλλαγής και ότι αυτοί συνεπάγονται.

Έντονη ήταν και η αλλαγή στο φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Η εκτεταμένη επιφανειακή εξόρυξη του λιγνίτη εξαφάνιζε κτίσματα και γεωργική γη αλλάζοντας τον αγροτικό χαρακτήρα της περιοχής ενώ μαζί με την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας δημιουργούσε μια νέα "βιομηχανική" περιοχή (βλ. τις σημερινές χρήσεις γης στην ευρύτερη περιοχή στο Σχήμα 1). Η πρώτη επίπτωση ήταν η ριζική και δραματική αλλαγή του εδάφους, του φυσικού περιβάλλοντος και του τοπίου. Η δεύτερη και πιο σημαντική επίπτωση ήταν η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας από την καύση του λιγνίτη στις θερμοηλεκτρικές μονάδες. Η ρύπανση της ατμόσφαιρας ήταν ιδιαίτερα έντονη στην πρώτη φάση λειτουργίας και εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα ακόμα και σήμερα, παρά την εγκατάσταση εξελιγμένων φίλτρων και συστημάτων απορρύπανσης (βλ. Εικόνες 5, 6 και 7).

Σήμερα, σχεδόν 40 χρόνια μετά, φαίνεται ότι η Μεγαλόπολη και η περιοχή της έχει μεταβληθεί αμετάκλητα, έστω και αν οι δυνάμεις αυτής της μεταβολής έχουν μετριαστεί και ενσωματωθεί πλέον στην "κανονική" ζωή της πόλης. Λειτουργούν τέσσερις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής συνολικής ισχύος 850 ΜW, εγκαθίσταται δίκτυο τηλεθέρμανσης και ένας πρόσθετος "ειδικός πόρος" από τη ΔΕΗ χρηματοδοτεί έργα στην περιοχή.

Τα βασικά δημογραφικά και οικονομικά μεγέθη αντανακλούν τις μεταβολές του χαρακτήρα της περιοχής. Όπως φαίνεται στο Σχήμα 2 και στον Πίνακα 1, ο πληθυσμός, μετά το διπλασιασμό της περιόδου 1961-1981, δείχνει μια σχετική σταθερότητα (μικρή μείωση -3,9% κατά τη δεκαετία 1981-91 και αύξηση 9,6% την επόμενη δεκαετία 1991-01) φτάνοντας σε 5135 κατοίκους το 2001. Αντίστοιχα, η σύνθεση του ενεργού πληθυσμού και της απασχόλησης καταγράφει μια άλλου είδους αλλαγή. Από την έντονη παρουσία του πρωτογενή τομέα το 1961, περνάμε στην εντυπωσιακή κυριαρχία του δευτερογενή τομέα το 1981 (61,0 % του ενεργού πληθυσμού), και σε άνοδο του τριτογενή τομέα το 2001 που οδηγεί στην εξισορρόπηση της παρουσίας των δυο τομέων (49,6% και 47,3% της συνολικής απασχόλησης αντίστοιχα), ενώ ο πρωτογενής τομέας σχεδόν εξαφανίζεται και παραμένει μετά το 1981 σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα (γύρω στο 3-3,5%). Η μεταβολή της αγροτικής κωμόπολης σε ένα τοπικό κέντρο βιομηχανίας και υπηρεσιών έχει πλέον ολοκληρωθεί (βλ. αεροφωτογραφία).

Η σημερινή κατάσταση και οι στόχοι που αφορούν την περιοχή καταγράφονται στο πρόσφατο (2004) "Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης" της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Η Μεγαλόπολη στον σχεδιασμό αυτόν αναγνωρίζεται ως πόλος με ειδικό υπερτοπικό ρόλο (ενεργειακό κέντρο) και η λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ εντάσσεται ως μία από τις λειτουργίες διεθνούς και εθνικής εμβέλειας της περιφέρειας. Το κύριο πρόβλημα ατμοσφαιρικής ρύπανσης εντοπίζεται στην περιοχή της Μεγαλόπολης λόγω των μονάδων της ΔΕΗ και προτείνεται η ανάπτυξη μόνιμου δικτύου παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα στην ευρύτερη περιοχή. Προβλέπεται η εκπόνηση Ειδικής Χωροταξικής Μελέτης για το Δήμο Μεγαλόπολης και στη συνέχεια ο χαρακτηρισμός της ζώνης των λιγνιτωρυχείων ως Περιοχή Ειδικών Χωρικών Παρεμβάσεων (ΠΕΧΠ) για την αποκατάσταση των εδαφών μετά από την εξόρυξη του λιγνίτη. Ωστόσο  ο στόχος που τίθεται στη σύγχρονη αυτή μελέτη είναι ο "σταδιακός περιορισμός της λειτουργίας της ΔΕΗ για τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος της περιοχής".

Μήπως όμως η προγραμματική ή αυθόρμητη πραγματοποίηση αυτού του στόχου σηματοδοτήσει μια νέα περίοδο δραστικών μεταβολών συναρτημένων με την αποκατάσταση του τραυματισμένου τοπίου, την αποβιομηχάνιση, την ανεργία και την αναγκαία αναδιάρθρωση της τοπικής οικονομίας; Στην περίπτωση αυτή η Μεγαλόπολη θα υποδεχτεί ένα ακόμη στρώμα κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών που θα προστεθεί στη συσσωρευμένη γεωγραφική μνήμη της περιοχής.

Ε.Α. και Γ.Κ.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Ανδρικοπούλου, Ε., Καυκαλάς, Γ. (1972) Τρόποι ζωής σε βιομηχανικούς οικισμούς: Μεγαλόπολη Αρκαδίας, αδημοσίευτη διπλωματική εργασία, Τμήμα  Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, Αθήνα.

Ανδρικοπούλου, Ε., Καυκαλάς, Γ. (1976) Τρόποι ζωής και εκσυγχρονισμός στην Ελλάδα. Μελέτη της σύγκρουσης παράδοσης και αλλαγής - Έρευνα σε μια μικρή πόλη, Θεσσαλονίκη: Ιδιωτική έκδοση.

ΥΠΕΧΩΔΕ (2004) Περιφερειακό πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης (N.2742/99). Περιφέρεια Πελοποννήσου, Αθήνα: ΥΠΕΧΩΔΕ.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία