WEB_AERIAL_PORTOKALEONESΦωτογραφία Α.Σ., 2008.

WEB_MAP_PORTOKALEONES

Οι πορτοκαλεώνες της Αργολίδας και τα παγκοσμιοποιημένα αγρο-τροφικά δίκτυα

Στην αεροφωτογραφία φαίνεται τμήμα της Αργολικής πεδιάδας, η οποία καλύπτεται από τα αυστηρά γεωμετρικά μωσαϊκά των πορτοκαλεώνων και περιβάλλεται από χαμηλούς λόφους.

Η εύφορη αργολική πεδιάδα αποτελεί την κατεξοχήν περιοχή ειδίκευσης παραγωγής πορτοκαλιών συνεισφέροντας σχεδόν το 1/2 της εθνικής παραγωγής (βλ. Σχήμα 1). Στα τέλη του 19ου αιώνα η άνυδρη πεδιάδα ήταν εντελώς γυμνή, όπως μαρτυρούν οι εικόνες των περιηγητών (βλ. Εικόνα 1). Η καλλιέργεια του πορτοκαλιού άρχισε στην Αργολίδα την περίοδο του μεσοπολέμου όταν έγινε δυνατή η άρδευση της πεδιάδας με νερό τοπικών πηγαδιών. Σ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου 1955-85, λόγω των ευνοϊκών συνθηκών για τη διάθεση των νωπών πορτοκαλιών τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στις αγορές των τότε σοσιαλιστικών κρατών της Αν. Ευρώπης και της Σοβιετικής Ένωσης, η καλλιέργεια της πορτοκαλιάς αυξάνονταν με γρήγορους ρυθμούς, διευρύνοντας την απασχόληση στην περιοχή (βλ. Εικόνα 2 και 3). Με εξαίρεση σποραδικούς ελαιώνες και λιγοστές βερικοκιές, οι πορτοκαλιές κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της πεδιάδας αλλά και τις παράκτιες περιοχές του νομού. Έτσι τα “δέντρα” προσδιόρισαν καθοριστικά το τοπίο της Αργολίδας και έδιναν τον τόνο της αλλαγής των εποχών  (βλ. Εικόνα 4).

Γύρω από την καλλιέργεια του πορτοκαλιού αναπτύχθηκε ένα συνεκτικό τοπικό αγρο-τροφικό παραγωγικό σύμπλεγμα με καθοριστική συμβολή στην τοπική οικονομία. Ωστόσο σε καμία φάση δεν επιχειρήθηκε συστηματικά η ποιοτική αναβάθμιση των καλλιεργειών και η αύξηση της προστιθέμενης αξίας με την παραγωγή μεταποιημένων προϊόντων. Σήμερα ο δενδρώνας  θεωρείται γερασμένος. Εξακολουθεί να κυριαρχεί η επιτραπέζια ομφαλοφόρα ποικιλία Merlin, που χαρακτηρίζεται από μικρή περίοδο συγκομιδής, χαμηλή παραγωγικότητα και μικρή προσαρμοστικότητα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες. Ακόμη, είναι γνωστό ότι η υπεράντληση των υφιστάμενων υδάτινων πόρων για το πότισμα των δέντρων έχει οδηγήσει σε εντυπωσιακή μείωση των διαθέσιμων αποθεμάτων και υφαλμύρωση του υδροφόρου ορίζοντα, ενώ η αλόγιστη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων έχει δημιουργήσει ισχυρές συγκεντρώσεις νιτρικών κατάλοιπων στο πόσιμο νερό της περιοχής.

H καλλιέργεια της πορτοκαλιάς προσφέρεται για συμπληρωματική απασχόληση. Οι φάσεις εντατικής εργασίας εκτελούνται περιοδικά από μέλη της οικογένειας των ιδιοκτητών με την καθοριστική συμβολή οικονομικών μεταναστών με προέλευση κυρίως από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Ινδία (βλ. Εικόνα 5). Κατά την περίοδο συγκομιδής των πορτοκαλιών εκτιμάται ότι 1.000 περίπου μετανάστες εργάζονται στον πορτοκαλεώνα της Αργολίδας, με δύσκολες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης. Η αμοιβή τους κυμαίνεται γύρω στα € 15-16 τον τόνο (2006).

Ευρύτερες εξελίξεις στο ρυθμιστικό και επιχειρηματικό περιβάλλον έχουν αλλάξει δραστικά τους όρους του ανταγωνισμού στην αγορά των νωπών πορτοκαλιών και στην αγορά του χυμού με καθοριστικές τοπικές επιπτώσεις στην παραγωγή και στο τοπίο της πεδιάδας.

Η διάθεση νωπών πορτοκαλιών κατευθύνεται κατά κύριο λόγο σε αγορές του εξωτερικού, χαμηλών ποιοτικών απαιτήσεων ενώ, στην εσωτερική αγορά, οι τοπικοί παραγωγοί χάνουν μερίδια αγοράς από τις διογκούμενες εισαγωγές και τους προνομιακούς προμηθευτές των μεγάλων αλυσίδων λιανικού εμπορίου. Μεγάλες αλυσίδες ελέγχουν ήδη σε μεγάλο βαθμό τη διακίνηση φρούτων, αποκόβοντας τα τοπικά προϊόντα από τα υφιστάμενα παραδοσιακά δίκτυα των χονδρεμπόρων, λαϊκών αγορών και τοπικών λιανεμπόρων. Στα πλαίσια ενοποίησης των δικτύων τους για εκτεταμένες γεωγραφικές αγορές διακινούν φρούτα που προμηθεύονται από μεγάλους προμηθευτές ικανοποιώντας τις δεσμευτικές απαιτήσεις των τελευταίων (χαμηλό κόστος παραγωγής, σταθερή ποιότητα, μεγάλες παραδόσεις, δυνατότητα ιχνηλασιμότητας, κ.ά.). Είναι φανερό ότι οι απαιτήσεις αυτές είναι απαγορευτικές για τη μεγάλη πλειοψηφία των τοπικών παραγωγών με δεδομένο επίπεδο οργάνωσης και κλίμακα παραγωγής των εκμεταλλεύσεων.

Το ίδιο ανησυχητικές είναι και οι εξελίξεις στο σκέλος της χυμοποίησης των πορτοκαλιών. Ήδη από τη δεκαετία 1980 η χυμοποίηση πορτοκαλιών έχει μετασχηματιστεί από τοπική σε παγκόσμια διαδικασία (βλ. Σχήμα 2). Η συνδυασμένη εμπορική εφαρμογή δυο καινοτομικών προϊόντων, του κατεψυγμένου συμπυκνώματος χυμού πορτοκαλιού (Κ.Σ.Χ.Π.) και της ασηπτικής συσκευασίας tetra pack (βλ. Εικόνα 6), έχει προκαλέσει σημαντική αναδιάρθρωση στην οργάνωση του κλάδου χυμοποίησης πορτοκαλιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι εγχώριες χυμοποιείες έχουν περιοριστεί στα τελικά στάδια της παραγωγής του προϊόντος και χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη Κ.Σ.Χ.Π. που εισάγεται, σε συνθήκες διαρκούς ψυκτικής αλυσίδας, από τη μακρινή Βραζιλία (βλ. Εικόνα 7). Μεγάλες αγρο-βιομηχανίες ολοκληρώνουν το στάδιο της πρώτης μεταποιητικής επεξεργασίας των πορτοκαλιών εκμεταλλευόμενες οικονομίες κλίμακας και τροφοδοτούν με Κ.Σ.Χ.Π. χυμοποιείες στην Ευρώπη.

Οι παγκόσμιες αυτές εξελίξεις καθώς και η εφαρμογή των διατάξεων της νέας Κ.Α.Π. που αποδεσμεύει τις ενισχύσεις από το ύψος παραγωγής, θα οξύνουν τον ανταγωνισμό και θα οδηγήσουν χιλιάδες μικρούς παραγωγούς εκτός αγοράς. Αυτό σημαίνει περαιτέρω μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και σημαντικές αλλαγές στο σημερινό τοπίο των πορτοκαλεώνων.

Στην Αργολίδα, στα Χανιά και σε άλλες περιοχές παραγωγής πορτοκαλιών της χώρας, βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία όπου οι παγκόσμιες αλλαγές, σε συνδυασμό με τις αδυναμίες των τοπικών παραγωγών, αλλάζουν τις παραδοσιακές χρήσεις της τοπικής αγροτικής γης και επιτρέπουν την είσοδο σε εμπορικές, οικιστικές και τουριστικές δραστηριότητες. Οι καλλιέργειες που είναι πιο κοντά σε παραθαλάσσιες περιοχές με καλή πρόσβαση έχουν δώσει ήδη τη θέση τους σε ξενοδοχεία, εστιατόρια, νυκτερινά κέντρα (βλ. Εικόνα 8) και ενοικιαζόμενα δωμάτια. Παράλληλα, τα κελύφη των παλιών μεταποιητικών μονάδων παραμένουν κλειστά (βλ. Εικόνα 9), παραδίνονται στον κατασκευαστικό τομέα (ΚΥΚΝΟΣ), ή προγραμματίζεται η ανακατασκευή τους για να αποκτήσουν νέες χρήσεις (ΠΕΛΑΡΓΟΣ).

Πέρα από τις σημαντικές οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των πρόσφατων εξελίξεων, πρέπει να σημειωθεί η εξαφάνιση τοπικών ποικιλιών και τοπικής τεχνογνωσίας (τοπικές συνταγές, μέθοδοι συντήρησης, μέθοδοι επεξεργασίας) αλλά και οι βαρύτατες επιπτώσεις στο περιβάλλον από τις υπερπόντιες μεταφορές προϊόντων που μεταφέρονται από την άλλη άκρη της γης για να απαξιώσουν τα εγχώρια παραγόμενα.

Σ.Σ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Azevedo, P. & Chaddad, F. (2005) “Redesigning the food chain. Trade, investment and strategic alliances in the orange juice industry”, paper presented at the World Food and Agribusiness Symposium “Re-inventing the food chain. New markets, customers and products”, Chicago, USA, 06/2005.

Γαλάνης, Δ., Καραγιάννης, Ν. (2000) “Πως η Αργολίδα γέμισε νιτρικά. Tα λιπάσματα, η μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα και οι καρποί με τις καρκινογόνες ουσίες”, To Βήμα, 23/01.

Κατσαρού, Ι., Στεφάνου, Χ. (2006) “Αφγανοί στην Αργολίδα: η πικρή γεύση των πορτοκαλιών”, Γαλέρα, 05/04.

Kneen, B. (2002) Invisible giant. Cargill and its transnational strategies, London: Pluto Press.

Παπαγεωργίου, Θ. (2003) “Η Αργολίδα τον 20ο αιώνα. Aπό το ‘άνυδρον Άργος’ στην Αργολίδα των εσπεριδοειδών. Oικονομική και γεωγραφική προσέγγιση”, Εισήγηση στο Αναπτυξιακό Συνέδριο “Η συμβολή του κόσμου της παιδείας στην ανάπτυξη της Αργολίδας”, Ναύπλιο 11/2003.

Σκορδίλη, Σ. (2008) “Όψεις της αγρο-τροφικής παγκοσμιοποίησης. Γεωγραφικοί μετασχηματισμοί των δικτύων προμήθειας αγρο-τροφικών προϊόντων”, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 125, σσ. 131-61.

Skordili, S. (2009) “Gross-continental agro-food chains and local agro-food complexes. Τhe case of orange juice agro-food complex in the Peloponnese region”, Minutes of the International Conference “Changing European Spaces: Winners and Losers”, Chania, 28/08-01/09/2007, Athens: Seminars of the Aegean series, pp. 111-124.