WEB_AERIAL_KASTELORIZO

Φωτογραφία Γ.Κ., 1999.

WEB_MAP_KASTELORIZO

Καστελλόριζο, το ανατολικότερο άκρο της Ελλάδας

Στην αεροφωτογραφία φαίνεται η βόρεια πλευρά του νησιού στους πρόποδες του βουνού με τον οικισμό του Καστελλόριζου. Σε δεύτερο πλάνο, γύρω από το μεγάλο και φυσικό λιμάνι, το Μουράγιο, αναπτύσσεται το κύριο μέτωπο του οικισμού. Σε πρώτο πλάνο διακρίνεται το μικρότερο λιμάνι, το Μαντράκι, στο οποίο υπήρχε ο παλιός ταρσανάς και το φρούριο του Αγίου Νικολάου στο ύψωμα μεταξύ των δύο λιμανιών. Το τοπίο συμπληρώνεται από τους απόκρημνους ασβεστολιθικούς λόφους.

Το Καστελλόριζo, η Μεγίστη των αρχαίων Ελλήνων, είναι ένα βραχώδες και άγονο νησί στο πιο απομακρυσμένο νοτιοανατολικό σημείο της Ελλάδας και της Ευρώπης, μέσα στον κόλπο της Αντιφοίλου (το σημερινό Κας της Τουρκίας) των μικρασιατικών παραλίων. Έχει έκταση 9 τ.χλμ. και μόλις 430 κατοίκους (σύμφωνα με την απογραφή του 2001). Ο μοναδικός σήμερα οικισμός του Καστελλόριζου (βλ. Εικόνα 1) εκτείνεται στους πρόποδες του βουνού και του λόφου του φρουρίου του Αγίου Νικολάου (βλ. Εικόνες 2 και 3) και γύρω από τον ομώνυμο όρμο (βλ. Εικόνα 4). Παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον με νεοκλασικά διώροφα σπίτια και διαθέτει τουριστική κίνηση κατά τους καλοκαιρινούς μήνες (βλ. Εικόνα 5) Η παραλιακή αποβάθρα (βλ. Εικόνα 6) εξυπηρετεί όλες τις δραστηριότητες του λιμανιού και της αγοράς, λειτουργεί κυρίως ως πεζόδρομος και η χρήση του αυτοκινήτου είναι εντυπωσικά διακριτική. Ένας κεντρικός και σκαλωτός δρόμος συνδέει τον οικισμό με τα “χωράφια”, ένα πλάτωμα σε ενδιάμεσο επίπεδο με κοινοτικά ιδρύματα, ταβέρνες και πολλές εκκλησίες, στα ανατολικά του σημερινού συνεκτικού παραλιακού πυρήνα και μεταξύ των δυο λιμανιών του όρμου του Καστελλόριζου και του Μανδρακιού. Το πεταλοειδές φυσικό λιμάνι, την εποχή των ιστιοφόρων μπορούσε να περιλάβει με ασφάλεια ολόκληρο στόλο (βλ. Εικόνα 7).

Το Καστελλόριζο κατελήφθη από τους Ιωαννίτες Iππότες το 1306, στη διαδρομή τους από την Κύπρο στη Ρόδο. Κατά την ιπποτοκρατία το Καστελλόριζο αποτελούσε το ανατολικότερο προπύργιο των Ιπποτών και γι’ αυτό επισκεύασαν το Παλιόκαστρο (βλ. Εικόνα 8). Το 1635 κατέλαβαν το νησί οι Οθωμανοί και μερικά χρόνια αργότερα, το 1659, οι Βενετσιάνοι με το Φραγκίσκο Μοροζίνι Οι Τούρκοι ανακατέλαβαν το νησί στο τέλος του 17ου αιώνα και το οχύρωσαν με ισχυρά πυροβολεία τα οποία κατασκεύασαν σε νεοκτισμένο οχυρό, το “Κονάκι”, στα δυτικά του κατεστραμμένου φρουρίου.

Οι κάτοικοι του Καστελλόριζου απολάμβαναν ελευθεριών και τοπικής  αυτοδιοίκησης και έδιναν μόνον έναν ενιαίο “κατ’ αποκοπήν” φόρο κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Η ελεύθερη ναυσιπλοΐα των νησιωτών, μετά τους ρωσοτουρκικούς πολέμους, τους ώθησε περισσότερο προς το ναυτικό εμπόριο, εισάγοντας ξυλεία και σιτάρι από τα απέναντι λιμάνια τα οποία μεταπουλούσαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου παράλληλα με την αλίευση και το εμπόριο σφουγγαριών. Ο ταρσανάς του νησιού στο δεύτερο λιμάνι, το Μανδράκι, ήταν από τους σημαντικότερους της Δωδεκανήσου, όπου κατασκευάζονταν ελαφρά και γρήγορα πλοία. Στο τέλος της τουρκοκρατίας, τα πλοία του νησιού υπολογίζονται γύρω στα 215, ενώ την περίοδο 1912-13 τα πλοία των Καστελλοριζιών ανέρχονταν γύρω στα 500.

Στη μεγάλη ανάπτυξη του 19ου αιώνα συνετέλεσε ιδιαίτερα η οργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, που ασκούσε διοικητικές αρμοδιότητες, λόγω των προνομίων και της απουσίας της επίσημης οθωμανικής διοίκησης από το νησί. Η Δημογεροντία εισέπραττε το “τοπικό δικαίωμα” από τους τελωνιακούς δασμούς, που της επέτρεπε μια δημοτική πολιτική, αρκετά σημαντική για την εποχή, με κοινωνικό χαρακτήρα. Όμως η μεγάλη περίοδος ακμής του Καστελλόριζου διακόπηκε με τις περιπέτειες κατά τη περίοδο των Βαλκανικών πολέμων και μέχρι την απελευθέρωση του νησιού το 1947. Μετά από μια μικρή περίοδο 1913-1915 που έλεγχαν το νησί οι επαναστατημένοι κάτοικοι, το Καστελλόριζο καταλήφθηκε από το Γαλλικό Στόλο το 1915 και τους Ιταλούς το 1921. Ακολούθησε ο σεισμός του 1926 με μεγάλες υλικές καταστροφές που μαζί με τη μείωση του στόλου είχε ως αποτέλεσμα τη μαζική εξωτερική μετανάστευση κυρίως προς Αυστραλία. Έτσι έφτασε να έχει 633 κατοίκους το 1947, με το σύνολο σχεδόν της πόλης καταστραμμένο και ερειπωμένο.

Σήμερα το νησί εξακολουθεί να είναι στο γεωγραφικό περιθώριο της ελληνικής επικράτειας και να δίνει τη δική του μάχη επιβίωσης. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν ενδείξεις μικρής πληθυσμιακής ανάκαμψης στην οποία έχει βοηθήσει η αύξηση των επισκεπτών του νησιού. Οι τελευταίοι έχουν πολλές επιλογές για ένα εναλλακτικό τουρισμό. Τα μικρά νησιά που το περιβάλλουν, όπως το νησάκι της Ρω με το αρχαίο κάστρο και τη θρυλική μορφής της “Κυράς της Ρω”, που όσο ζούσε ύψωνε καθημερινά την ελληνική σημαία στην εσχατιά της Ευρώπης, και, τέλος, τα φυσικά χαρακτηριστικά του τοπίου, όπως η γαλάζια σπηλιά (βλ. Εικόνα 9), προσφέρουν μοναδικές εμπειρίες με θαλάσσιες διαδρομές και καΐκια.

Γ.ΝΤ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Βαρδαμίδου, E. (1948) Ιστορία της νήσου Μεγίστης Καστελλόριζου, Αλεξάνδρεια.

Μανούσου-Ντέλλα, K. “Καστελλόριζο. Η διαχρονική εξέλιξη των οχυρών σε ένα από τα πιο σημαντικά στρατηγικά σημεία της Μεσογείου”, ΙΕ’ Πολιτιστικό Συμπόσιο Δωδεκανήσου (υπό δημοσίευση).

Παπαβασιλείου, E. (2008) “Ιστορική Συλλογή Καστελλόριζου”, Αρχαιολογία, 106, σσ.104-105.

Χατζηφώτης, Ι., Μ. (1996) Καστελλόριζο, Αθήνα: Τόπος.

Χονδρός, Κ. Καστελλόριζο, κόσμημα του Αιγαίου.

Χονδρός, Κ. (2002) Εκκλησίες και μοναστήρια του Καστελλόριζου, Ρόδος.