WEB_AERIAL_TRIKALA

Φωτογραφία Ε.Ε., 2000.

Ο αγροτικός οικισμός Τρίκαλα Ημαθίας

Η αεροφωτογραφία δείχνει τον οικισμό και την έντονη γεωμετρικότητα των επίπεδων αγροτικού τοπίου μετά τον αναδασμό. Η ήρεμη εικόνα δεν αφήνει να μαντέψει κανείς τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις πληθυσμών που προηγήθηκαν. Η απουσία διάχυτης δόμησης είναι μια ένδειξη της έλλειψης πίεσης για νέες κατοικίες και της αξίας της αγροτικής γης. Στη φωτογραφία φαίνεται η ευρύχωρη φυτεμένη πλατεία στο κέντρο, με την εκκλησία, το γραφείο του δημοτικού διαμερίσματος και το δημοτικό σχολείο.

O οικισμός βρίσκεται ανάμεσα στους ποταμούς Αλιάκμονα και Λουδία και τον Θερμαϊκό Κόλπο, σε μια επίπεδη περιοχή, αποτέλεσμα μακροχρόνιων φυσικών διεργασιών και πρόσφατων ανθρώπινων παρεμβάσεων. Στην αρχαιότητα η γη αυτή ήταν μια θαλάσσια γλώσσα που βαθμιαία γέμισε από προσχωσιγενή υλικά. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ό,τι απέμεινε από τη θάλασσα αποτελούσε τη λίμνη των Γιαννιτσών ή Βάλτο, στα βορειοδυτικά της γειτονικής Αλεξάνδρειας. Η αποξήρανση της λίμνης Γιαννιτσών και των ελών του Λουδία στη δεκαετία του 1930 ήταν η τελευταία φάση του αγροτικού μετασχηματισμού της Ημαθίας, από την οποία προέκυψε και το τεχνητό σημερινό τοπίο.

Το πολεοδομικό σχέδιο των Τρικάλων είναι αυστηρά ορθογωνικό, σημάδι ότι χαράχτηκε εξαρχής χωρίς δεσμεύσεις από προϋπάρχοντα οικισμό (βλ. Σχήμα 1). Η γενναιόδωρη έκταση που παραχωρήθηκε για κατοικίες εξακολουθεί να επαρκεί, αφού οι 1.710 κάτοικοι μοιράζονται σε 850 στρέμματα. Γύρω από το χωριό, εντατικές καλλιέργειες σε βαμβακοχώραφα και οπωρώνες οργανώνονται επίσης σε κανονικά σχήματα, ως συνέπεια της κατασκευής αρδευτικών καναλιών και του αναδασμού της γης το 1964. Ο κλήρος των 50 στρεμμάτων συγκεντρώθηκε σε μία θέση για κάθε νοικοκυριό και αναπροσαρμόστηκε σύμφωνα με την ποιότητα του εδάφους.

Όλη η περιοχή γύρω από το Πλατύ και την Αλεξάνδρεια (Γιδά) υποδέχτηκε διάφορα κύματα οικιστών, με πρώτους τους πρόσφυγες που μεταφέρθηκαν σε χωριά που είχαν εγκαταλείψει Τούρκοι, Βόσνιοι και άλλοι μετά το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων (ένα από αυτά ήταν η Σάδενα, ο σημερινός συνοικισμός της Μελίκης). Μετά τη μικρασιατική καταστροφή, 15.132 αγρότες πρόσφυγες (από τους 427.297 της Μακεδονίας) τοποθετήθηκαν στην τότε Υποδιοίκηση Βεροίας, σε 71 μικρούς και μεγάλους συνοικισμούς. Για την αγροτική αποκατάσταση γηγενών και προσφύγων απαλλοτριώθηκαν και διανεμήθηκαν από τις προοδευτικές ελληνικές κυβερνήσεις όλα σχεδόν τα μεγάλα τσιφλίκια. Στα Τρίκαλα, εκτός από το ομώνυμο ανταλλάξιμο αγρόκτημα απαλλοτριώθηκαν μεταξύ 1929 και 1931 και τα γειτονικά Τσατάλ (τουρκαλβανικής ιδιοκτησίας) και Καρυά (ελληνικής ιδιοκτησίας) - συνολικά 12.000 στρέμματα. Στη γύρω περιοχή η διαδικασία αυτή απέφερε αυξήσεις πληθυσμών στα χωριά Κορυφή, Πλάτανος, Λιανοβέργι, Παλαιοχώρι, Σχοινάς κ.ά.

Οι κολίγοι ("μορτίτες") του αγροκτήματος Τρικάλων, 160 περίπου το 1913, αποκαταστάθηκαν μαζί με 400 πρόσφυγες που ήρθαν το 1924 από το Μεγάλο Μοναστήρι της Ανατολικής Ρωμυλίας (Βουλγαρίας). Οι νέοι κάτοικοι τοποθετήθηκαν στον οικισμό πριν ακόμη ολοκληρωθούν οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης, όπως προέβλεπαν οι ρυθμίσεις της κυβέρνησης Πλαστήρα το 1923. Τα πρώτα σπίτια ήταν πλινθόκτιστα, με διαστάσεις περίπου 5 επί 10 μέτρα και τρεις χώρους. Αργότερα χρησιμοποιήθηκαν συμπαγή τούβλα από καμίνια της περιοχής (βλ. Εικόνες 1 και 2). Η τοπογράφηση και η οριστική διανομή των οικοπέδων έγινε το 1938 από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας.

Η αποξήρανση, εκτός από την καταπολέμηση της ελονοσίας, απέδωσε και νέα καλλιεργήσιμα εδάφη, 441.500 στρέμματα μόνο από τη λίμνη. Ακολούθησε νέα μετακίνηση πληθυσμών προς το Νεοχώρι, το Νησί, το Βρυσάκι κ.ά., καθώς και προς τον εντελώς καινούριο Άραχο, έναν ακόμη οικισμό με απόλυτα ορθογωνικό σχέδιο. Τα Τρίκαλα συμμετείχαν μόνο στη διανομή των εκτάσεων από την αποξήρανση των ελών του Λουδία. Το 1938-'39 απορρόφησαν ορισμένους κληρούχους από ορεινούς οικισμούς της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, τους "αραιωτέους", κατά την ορολογία των υπηρεσιών του υπουργείου Γεωργίας (βλ. Εικόνα 3). Κατά την κατοχή και τον εμφύλιο δέχτηκαν μερικές οικογένειες που αναζητούσαν καταφύγιο.

Οι κάτοικοι ασχολούνται και σήμερα αποκλειστικά με τη γεωργία, που, χάρη στη μηχανοκίνηση και την είσοδο ξένων εργατών, έχει αλλάξει χαρακτήρα. Φιλόδοξα οικήματα αστικής μορφολογίας υπενθυμίζουν μια σύντομη περίοδο οικονομικής ευφορίας, με την καλλιέργεια και την εξαγωγή σπαραγγιών, η οποία όμως υποχώρησε προς το 1990. Καθώς η προοπτική των εξαγωγών έχει εκλείψει, χωρίς σε αντιστάθμισμα να κατακτηθεί η ελληνική αγορά, η ύφεση είναι εμφανής και αντικατοπτρίζεται στη (μικρή έστω) μείωση του πληθυσμού, την πρώτη μετά το 1920. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι η σημαντικότερη καλλιέργεια για τον οικισμό είναι το βαμβάκι, είναι φανερό ότι το μέλλον δεν διαγράφεται ρόδινο, εκτός κι αν η νέα γενιά των αγροτών ξεπεράσει δημιουργικά το πρόβλημα.

Κ.Κ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Αφεντάκης, Δ. Ν. (1927) "Προσφυγική εγκατάστασις", λήμμα "Μακεδονία", Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια.

Βεργόπουλος, Κ. (1975) Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα, Αθήνα: Εξάντας.

ΕΣΥΕ, Απογραφές πληθυσμού 1920 - 2001.

Παπαστράτος, Χ. (1932) "Περί των διανομών Μακεδονίας - Θεσσαλίας και της ανάγκης καταρτισμού υπηρεσίας κτηματολογίου", Τεχνικά Χρονικά, τόμ.1.

Πεσμαζόγλου, Γ. (1932) "Τα παραγωγικά έργα: Η χρηματοδότησις και εκμετάλλευσις αυτών", Τεχνικά Χρονικά, τόμ. 1.

Υπουργείο Γεωργίας (χ.χ.) Αρχείο του Τμήματος Πολιτικής Γης, Διεύθυνση Γεωργίας Βέροιας - Υπουργείο Γεωργίας.

Υπουργείον Εθνικής Οικονομίας - Διεύθυνσις Στατιστικής (1915) "Απαρίθμησις των κατοίκων των νέων επαρχιών της Ελλάδος του έτους 1913", ΦΕΚ 1124Α / 28/05.

Υπουργείον Οικονομικών (1916) Έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύγων.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία