WEB_AERIAL_NAOYSA_RODAKINEONES

Φωτογραφία Ε.Ε., 2000.

WEB_MAP_RODAKINEONES

Νάουσα:  μωσαϊκό καλλιεργειών με υψηλή βιοποικιλότητα

Η αεροφωτογραφία αναδεικνύει ένα πολύπλοκο μωσαϊκό καλλιεργειών με υψηλή βιοποικιλότητα. Ο συνδυασμός αγροτεμαχίων τα οποία υπόκεινται σε διαφορετικά συστήματα παραγωγής συνθέτει ένα τοπίο διαφορετικό από αυτά που απαντώνται σε άλλες δυναμικές αγροτικές περιοχές που χαρακτηρίζονται από μονοκαλλιέργειες. Δενδρώδεις και μη καλλιέργειες, αροτριαίες καλλιέργειες (βαμβάκι, καπνά και τεύτλα) με εμφανή την εκμηχάνιση της γεωργικής δραστηριότητας καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση, ενώ οπωρώνες από ροδακινιές, κερασιές και μηλιές - σε σχήματα παλμέττας - συμβάλλουν στην ετερογένεια του τοπίου. Ταυτόχρονα, η καλλιέργεια του τριφυλλιού καλύπτει όλο και μεγαλύτερες εκτάσεις, με την πάροδο των ετών, καλύπτοντας τις αυξανόμενες κτηνοτροφικές ανάγκες.

Το τοπίο αφορά σε μια δυναμική αγροτική περιοχή, η οποία εντοπίζεται σε πεδινή ζώνη, με επάρκεια φυσικών πόρων όπως το νερό και το γόνιμο έδαφος,  στην οποία ο πρωτογενής τομέας παίζει καθοριστικό ρόλο για την οικονομία. Η γεωργική γη της ευρύτερης περιοχής που αποτελεί το Νομό Ημαθίας καλύπτει το 31,5% της συνολικής έκτασης, όπως διαπιστώνεται από τον Πίνακα 1.

Οι ετήσιες καλλιέργειες καταλαμβάνουν το 58,8% της συνολικής γεωργικής έκτασης, οι δενδρώνες το 36,2%, οι αμπελώνες το 1,8% και το 3,2% της έκτασης καλύπτεται από διάφορες άλλες καλλιέργειες. Το ποσοστό άρδευσης των γεωργικών εκτάσεων ξεπερνά το 95% και είναι το μεγαλύτερο στον ελληνικό χώρο. Σήμερα, στις 17.743 γεωργικές εκμεταλλεύσεις του νομού απασχολούνται 34.543 κάτοχοι των εκμεταλλεύσεων ή μέλη των αγροτικών νοικοκυριών τους. Ταυτόχρονα, στις 12.610 γεωργικές εκμεταλλεύσεις απασχολούνται 37.184 μόνιμοι ή εποχιακοί εργάτες. Η εποχικότητα των καλλιεργειών συμβάλλει στην ανομοιόμορφη κατανομή της εργασίας των αγροτών έτσι ώστε η ζήτηση εργατών σε περιόδους αιχμής να είναι μεγάλη. Η αγροτική εργασία καθίσταται ελκυστική για οικονομικούς μετανάστες αρχικά από την Πολωνία, μετά κυρίως την Αλβανία και από γειτονικές ή άλλες χώρες που καλύπτουν τις παραπάνω ανάγκες ( βλ. Σχήματα 1 και 2).

Η καλλιέργεια βιομηχανικών φυτών (βαμβάκι, τεύτλα, βιομηχανική ντομάτα) αλλά και ορισμένων δενδρωδών καλλιεργειών όπως οι ροδακινιές υποδηλώνουν την ύπαρξη αγροτοβιομηχανιών στην περιοχή, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα εξωγεωργικής απασχόλησης στα μέλη των αγροτικών νοικοκυριών της περιοχής. Στην ευρύτερη περιοχή δραστηριοποιείται η μεγαλύτερη μεταποιητική  βιομηχανία ροδάκινου της χώρας, και άλλη μια μικρότερης δυναμικότητας, μεγάλος αριθμός διαλογητηρίων από τα οποία εξάγονται περισσότερα από 250.000 τόνοι φρούτων, το εργοστάσιο της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης και αρκετά εκκοκκιστήρια βάμβακος.

Η καλλιέργεια πολλών ειδών, από το βαμβάκι και τα τεύτλα μέχρι τις ροδακινιές και τα άλλα οπωροφόρα με κατεύθυνση την αγορά, και η ποικιλότητα που παρουσιάζουν οι αγροτικές χρήσεις γης αναδεικνύει την ανάγκη των γεωργών της περιοχής να διαμοιράσουν τον οικονομικό κίνδυνο που συνεπάγεται η μονοκαλλιέργεια, αλλά και τις επιδράσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Εξηγείται επίσης από την ανάγκη για παραγωγή διαφόρων προϊόντων με κατεύθυνση την αγορά και τις αγροτοβιομηχανίες της περιοχής με στόχο την επίτευξη υψηλότερων εισοδημάτων. Στην ποικιλότητα του τοπίου συμβάλουν επίσης οι καλλιεργητικές πρακτικές και ο αγροτικός εξοπλισμός. Οι πρώτες, όπως η αμειψισπορά, καθίστανται απαραίτητες στη γεωργική πρακτική για τη διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους και τον περιορισμό χρήσης των φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων. Τέλος ο περιορισμένος εξοπλισμός σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, ο οποίος εμποδίζει τον παραγωγό να διαχειριστεί με τον ίδιο τρόπο (π.χ. όργωμα, σπορά, συγκομιδή, κλάδευμα) τα αγροτεμάχια της εκμετάλλευσής του, αφήνει διαφορετικά ίχνη στο τοπίο (βλ. Εικόνες 1,2 και 3).

Η φυσική βλάστηση είναι περιορισμένη στα όρια των αγρών (στενές λωρίδες ακαλλιέργητου εδάφους) τα οποία όμως έχουν μεγάλο μήκος εξαιτίας του μικρού μεγέθους των αγροτεμαχίων. Αν και τα αγροτεμάχια δεν είναι περιφραγμένα, είναι πλήρως διαχωρισμένα πάνω στις γεωγραφικές νησίδες, με τα όρια τους να είναι διακριτά. Με τον αναδασμό της αγροτικής γης, αρδευτικά (κανάλια) και στραγγιστικά δίκτυα (τάφροι) έχουν κατασκευαστεί με στόχο τη βελτίωση των υδρολογικών συνθηκών και συνεπώς την προαγωγή της παραγωγικότητας της εργασίας. Η φυσική βλάστηση στις στραγγιστικές τάφρους περιορίζει την επιφανειακή απορροή και επιβραδύνει τον ευτροφισμό των υδάτινων αποδεκτών κατάντη των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Η σύνθεση των φυτικών ειδών στην πλευρά της τάφρου εξαρτάται άμεσα από τις καλλιεργητικές εργασίες που θα εφαρμοστούν στον αγρό (χρήση λιπασμάτων, φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων κ.λ.π.) και συνεπώς οι ανθρώπινες επεμβάσεις μπορούν να φέρουν αρνητικές επιδράσεις στα συγκεκριμένα οικοσυστήματα. Τα οικοσυστήματα αυτά, στα οποία έχουν καταγραφεί πολλά είδη φυτών, φιλοξενούν διάφορα είδη πουλιών, αρθρόποδων και άλλων ζωικών οργανισμών οι οποίοι βρίσκουν καταφύγιο από το "εχθρικό" περιβάλλον του εντατικά καλλιεργούμενου αγρού. Πολλοί από τους οργανισμούς αυτούς είναι χρήσιμοι στη βιολογική καταπολέμηση των παρασίτων. Στα όρια των αγρών έχουν καταγραφεί έντομα, τα οποία είναι φυσικοί εχθροί επιβλαβών οργανισμών ή συμβάλλουν στην επικονίαση των γειτονικών καλλιεργούμενων φυτών. Επίσης, υπάρχουν πουλιά που τρέφονται με επιβλαβή για τις καλλιέργειες έντομα.

Οι σχέσεις γεωργίας - τοπίου είναι σύνθετες και καθορίζονται από αλληλοσχετιζόμενες παραμέτρους και μακρο-επεμβάσεις, οι οποίες γίνονται φανερές είτε από τις επιδράσεις που ασκούν οι εδαφικές συνθήκες, η τοπογραφία και  δομή του τοπίου στην παραγωγή των αγροτικών προϊόντων είτε από την επίδραση που ασκούν οι αποφάσεις και δράσεις των γεωργών που αφορούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης γεωργίας.

Σ' αυτά έρχονται να προστεθούν κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, όπως οι κοινωνικές αξίες των αγροτών, οι ατομικές τους επιδιώξεις, οι απαιτήσεις της αγοράς αλλά και οι παρεμβάσεις του κράτους μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Ωστόσο, η κύρια μονάδα διαμόρφωσης του αγροτικού τοπίου είναι η αγροτική εκμετάλλευση η οποία απεικονίζει την μικρο-επίδραση που υφίστανται οι φυσικοί πόροι μιας περιοχής από τους κύριους χρήστες, τους αγρότες.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Βαΐου, Ντ., Χατζημιχάλης, Κ. (2003) Με τη ραπτομηχανή στην κουζίνα και τους  Πολωνούς  στους Αγρούς. Πόλεις, περιφέρειες και άτυπη εργασία, Αθήνα: Εξάντας.

Canters, K. J., Tamis, W. L. M. (1999) "Arthropods in grassy field margins in the Wieringermeer Scope, population development and possible consequences for farm practice", Landscape and Urban Planning, 46: 63-69.

ΕΣΥΕ (2006) Στατιστική επετηρίδα της Ελλάδος 2006, Πειραιάς: ΕΣΥΕ.

Gillings, S., Fuller, R. J. (1998) "Changes in bird populations in sample lowland English farms  in relation to loss of hedgerow and other non - crop habitats", Oecologia, 116: 120-127.

Hausammann, A. (1996) "The effects of weed strip - management on pests and beneficial arthropods in winter wheat fields", Journal of Plant Diseases Protection, 103: 70 -81.

Jobin, B., Choiniere, L., Belanger, L. (2001) "Bird use of three types of field margins in relation to intensive agriculture in Quebec, Canada", Agriculture Ecosystems and Environment, 84: 131-143.

Le Coeur, D., Baudry, J., Burel, F. (1997) "Field margins plant assemblages: variation partitioning between local and landscape factors", Landscape Urban Plan, 37: 57-71.

Morris, M. G., Webb, N. R. (1987) "The importance of field margins for the conservation of insects", Way, J. M., Greig-Smith, P. J. (επιμ.) Field Margins, Monograph no. 35, Thornton Heath, Surrey, London: British Crop Protection Council, σσ. 53 -65.

Vance, D. R. (1976) "Changes in land use and wildlife population in south eastern Illinois", Wildfire Society Bulletin, 4 (1): 11-15.