WEB_AERIAL_B.F.L

Φωτογραφία: Αρχείο Γ. Σφυρή (airphotos.gr).

Η Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων στη Νέα Καρβάλη

Στην αεροφωτογραφία από νότια, φαίνονται οι κεντρικές εγκαταστάσεις της Β.Φ.Λ. με το ιδιωτικό λιμάνι σε πρώτο πλάνο, την επεξεργασία θείου στο κέντρο και τη μεγάλη λεκάνη απόθεσης αποβλήτων πίσω δεξιά. Στο βάθος διακρίνεται γειτονικό λατομείο μαρμάρου και στον ορίζοντα τα όρη της Λεκάνης με το βουνό Καστανιές δεξιά.

Η Βιομηχανία Φωσφωρικών Λιπασμάτων (Β.Φ.Λ.) ιδρύθηκε από τον όμιλο της Εμπορικής Τράπεζας (τότε συμφερόντων Στρ. Ανδρεάδη) και τέθηκε σε λειτουργία το 1965. Πρόκειται για επενδυτικό έργο μεγάλης κλίμακας και έντασης τεχνολογίας, σύμβολο της ελληνικής εκβιομηχάνισης της δεκαετίας 1960. Η γεωγραφική της θέση εξασφαλίζει προνομιακή πρόσβαση στις περιοχές υψηλής αγροτικής ειδίκευσης της Αν. Μακεδονίας και της Θράκης και πρόσβαση σε άφθονο εργατικό δυναμικό διαφορετικών ειδικεύσεων. Η ευρύτερη περιοχή μπορούσε να τροφοδοτήσει τη μονάδα με ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό, σε περίοδο που η καλλιέργεια και επεξεργασία του καπνού είχε αρχίσει να παρουσιάζει προβλήματα, ενώ το αστικό κέντρο της Καβάλας με εργατικό δυναμικό με εμπειρία και ειδίκευση σε βιομηχανικούς κλάδους. Στην αρχική πρόσκληση της εταιρίας για 200 θέσεις εργασίας είχαν ανταποκριθεί 3.500 κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής.

Το βιομηχανικό συγκρότημα καταλαμβάνει έκταση 2.500 στρεμμάτων στην παραλία της Νέας Καρβάλης και δεσπόζει στην ευρύτερη περιοχή (βλ. Εικόνα 1). Περιλαμβάνει μονάδες παραγωγής ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων καθώς και ιδιόκτητο λιμάνι και λιμενικές εγκαταστάσεις. Κατά καιρούς η μονάδα έχει υλοποιήσει σημαντικά επενδυτικά προγράμματα εκσυγχρονισμού και επέκτασης της παραγωγής. (βλ. Εικόνα 2).

Τις δυο τελευταίες δεκαετίες οι συνθήκες του ανταγωνισμού στη διεθνή αγορά λιπασμάτων έχουν αλλάξει δραματικά. Σ’ όλες τις αναπτυγμένες χώρες η ζήτηση για λιπάσματα μειώνεται συνεχώς λόγω μείωσης των καλλιεργουμένων εκτάσεων όσο και μεταστροφής σε οργανικές καλλιέργειες. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο κυριαρχεί ένας μικρός αριθμός σκανδιναβικών και γερμανικών πολυεθνικών. Η διεθνής αγορά, από τα μέσα της δεκαετίας 1990, έχει κατακλυστεί από τα φτηνά προϊόντα αμμωνίας και λιπασμάτων που παράγονται σε βιομηχανίες στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, στον Περσικό κόλπο και στη ΝΑ Ασία. Τα προϊόντα αυτά έχουν κατακλύσει και την ελληνική αγορά λιπασμάτων η οποία εξακολουθεί να συρρικνώνεται. Η ετήσια κατανάλωση λιπασμάτων στην Ελλάδα από 2,2 εκατ. τον. στο τέλος της δεκαετίας 1980, είχε διαμορφωθεί το 2008 σε λιγότερο από 1 εκατ. τον.

Οι δυσοίωνες προοπτικές στην αγορά λιπασμάτων οδήγησαν τη Β.Φ.Λ. στη συγχώνευση με την ανταγωνιστική εταιρία Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδος που διατηρούσε μεγάλη παραγωγική μονάδα στη Θεσσαλονίκη, στην αναζήτηση παραγωγικών διεξόδων σε νέους τομείς της χημικής βιομηχανίας (φωσφορικό ασβέστιο) και στη δημιουργία εμπορικής αλυσίδας λιανικής (ΑΓΡΟΕΦΟΔΙΑ).  Ωστόσο, ούτε αυτές οι επιλογές ούτε και η σύνδεση με το δίκτυο φυσικού αερίου που επέφερε σημαντική μείωση του κόστους ενέργειας, μπόρεσαν να ανακόψουν την επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της εταιρίας. Μετά και τη διακοπή λειτουργίας του εργοστασίου της Θεσσαλονίκης (2006) η Β.Φ.Λ. αποτελεί τη μοναδική μεγάλη μονάδα που δραστηριοποιείται στην παραγωγή λιπασμάτων στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια απασχολεί συστηματικά τον τύπο για δυο ζητήματα: απολύσεις προσωπικού και περιβαλλοντική επιβάρυνση της ευρύτερης περιοχής.

Η Β.Φ.Λ. αποτελεί πολύ σημαντικό εργοδότη της ευρύτερης περιοχής. Κατά τη δεκαετία 1970 απασχολούσε περισσότερους από 2.000 μόνιμους εργαζόμενους. Επιπλέον σε περιόδους αιχμής έκανε χρήση εποχικού προσωπικού ενώ ένας σημαντικός αριθμός επαγγελματιών (οδηγοί, μεταφορείς, συνεργεία συντήρησης, κ.α.) της περιοχής εύρισκε απασχόληση στο εργοστάσιο. Σήμερα, μετά από συνεχή κύματα απολύσεων η Β.Φ.Λ. απασχολεί λιγότερους από 500 εργαζόμενους. Στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης έχει επιβληθεί στους περισσότερους εργαζόμενους υποχρεωτική τριήμερη εργασία την εβδομάδα με αντίστοιχη μείωση των αποδοχών. Η μείωση της απασχόλησης έχει προκαλέσει σημαντική μείωση εισοδημάτων με αλυσιδωτές αντιδράσεις.

Η παραγωγή λιπασμάτων είναι εξαιρετικά ενεργοβόρα και περιβαλλοντικά επιζήμια δραστηριότητα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μετεγκατάσταση των εργοστασίων παραγωγής λιπασμάτων από χώρες της Δυτικής Ευρώπης σε χώρες με πιο ελαστικές περιβαλλοντικές νομοθεσίες, φτηνότερη ενέργεια και γενικότερα  χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Είναι γνωστό ότι όταν τα απόβλητα της παραγωγικής διαδικασίας λιπασμάτων καταλήγουν σε εσωτερικά ύδατα και τη θάλασσα προκαλούν ευτροφισμό. Περισσότερο σημαντικά από τα θαλάσσια ύδατα απελευθερώνεται οξείδιο του αζώτου (ΝΟ) στην ατμόσφαιρα. Όταν το ΝΟ εγκατασταθεί στη στρατόσφαιρα προκαλεί μείωση του όζοντος που προστατεύει από την επιβλαβή υπεριώδη ακτινοβολία. Επιπλέον, το εργοστάσιο της Νέας Καρβάλης αποθέτει στερεά απόβλητα, τεράστιες ποσότητες φωσφογύψου, σε μια ελώδη έκταση κοντά στη θάλασσα και σε μικρή απόσταση από τον οικισμό της Νέας Καρβάλης (βλ. Εικόνα 3). Ο φωσφογύψος είναι η πρώτη ύλη από την οποία προέρχεται ο φωσφορίτης που περιέχει ραδιενεργά στοιχεία, Ουράνιο 235 καθώς και Ράδιο 226. Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας έχει εκδώσει οδηγίες για την εναπόθεση φωσφογύψου που, μεταξύ άλλων, προβλέπουν την κάλυψη των αποθέσεων με χώμα και την απαγόρευση απόθεσης πλησίον ή εντός επιφανειακών υδάτων. Η Β.Φ.Λ. δεν τηρεί αυτές τις προφυλάξεις και της επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους € 330.000 από το ΥΠΕΧΩΔΕ (01/2008). Επίσης δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις διαρροής νιτρικών αερίων ή αμμωνίας που προκαλούν αναπνευστικά προβλήματα σε εργαζόμενους αλλά και δυσφορία σε κατοίκους της ευρύτερης περιοχής.

Το Σεπτέμβριο του 2009 η εταιρία εξαγοράστηκε από τον όμιλο Λαυρεντιάδη. Η μονάδα έχει δεσμευτεί να διατηρήσει την απασχόληση για μια πενταετία και να υλοποιήσει επενδύσεις για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής προστασίας και της ασφάλειας των εργαζομένων. Η μονάδα έχει λάβει άδεια για τη δημιουργία ηλεκτροπαραγωγικού συγκροτήματος δυναμικότητας 400 MW. Αρχικά συζητήθηκε ευρέως η χρήση του λιθάνθρακα καθώς και η χρήση πυρηνικής ενέργειας. Μετά από σοβαρές ενστάσεις που διατυπώθηκαν από την κοινή γνώμη και δυναμικές αντιδράσεις των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής τελικά προκρίθηκε η χρήση καύσιμου φυσικού αερίου. Σχεδιάζεται η δημιουργία σημαντικού ενεργειακού κέντρου στις εγκαταστάσεις της Β.Φ.Λ. που θα περιλαμβάνει τερματικό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου και σταθμό ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου. Επίσης προβλέπεται η ανάδειξη του λιμανιού σε σημαντικό εμπορικό λιμάνι της βόρειας Ελλάδας (βλ. Εικόνα 4).

Σ.Σ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Αποστολίδης, Τ. (2008) “Καβάλα. Κινδύνεψαν τρεις εργαζόμενοι από διαρροή αμμωνίας”, Μακεδονία 24/10.

Chapman, K. (1998) “Restructuring of the European fertilizer industry”, European Urban and regional Studies, 5 (4), pp. 355-374.

ΙΝΕ – ΓΣΕΕ (1999) “Τεχνολογικές μεταβολές και αλλαγές στις θέσεις εργασίας και τις ειδικότητες στην ελληνική βιομηχανία λιπασμάτων”,  Έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από την Κοινοτική Πρωτοβουλία ADAPT.

Κορφιάτης, Χ. (1997) “Τέσσερις βιομηχανίες ζητούν μνηστήρες: ΑΕΒΑΛ, Δραπετσώνα, Φωσφωρικά της Καβάλας και Χημικά Θεσσαλονίκης”, Το Βήμα 02/02.