WEB_AERIAL_MYKONOS

Φωτογραφία Ν.Δ., 2002.

WEB_MAP_MYKONOS

Η αστικοποίηση της Μυκόνου

Στην αεροφωτογραφία των νότιων ακτών της Μυκόνου, φαίνεται σε πρώτο πλάνο ο Πλατύς Γιαλός με πυκνή δόμηση, και στο βάθος ο αεροδιάδρομος του νησιού και το ομαλό ανάγλυφο. Είναι εντυπωσιακή η εκτεταμένη διασπορά παραθεριστικών κατοικιών και μικρών ξενοδοχείων, παρά το όριο κατάτμησης των 8 στρεμμάτων, η οποία υπογραμμίζεται από το υποχρεωτικό άσπρο χρώμα. Οι φράκτες από ξερολιθιές είναι το μόνο ίχνος από την αγροτική φάση -σήμερα οικόπεδα προς αξιοποίηση. Λόγω χειμώνα, στο τοπίο κυριαρχεί το πράσινο και δεν υπάρχουν οι πυκνές ομπρέλες και ξαπλώστρες στην παραλία (βλ. Εικόνα 1) ούτε σκάφη στα ανοικτά.

Η Μύκονος βρίσκεται στο κέντρο των Κυκλάδων και μαζί με τη Δήλο και την Ρήνεια συναποτελούν ένα μικρό νησιωτικό σύμπλεγμα με έκταση 103,50 τ.χλμ. και μήκος ακτών 88,7 χλμ. (Μύκονος: 85,5 τ.χλμ. και μήκος ακτών 81 χλμ.). Η γεωμορφολογία του νησιού είναι τυπικά κυκλαδίτικη με εδάφη βραχώδη και ημιορεινά (μέγιστο υψόμετρο 372 μ.) τα οποία χαρακτηρίζονται από φτωχή βλάστηση και λίγους υδάτινους πόρους (λίγοι χείμαρροι και δύο υδροβιότοποι στον Πάνορμο και στο Μαράθι). Το κλίμα είναι εύκρατο με ξηρό καλοκαίρι και ήπιο χειμώνα και χαρακτηρίζεται από μεγάλη ηλιοφάνεια (150 ημέρες), περιόδους ανομβρίας και δυνατά μελτέμια. Η γειτνίαση με τη Δήλο (βλ. Εικόνα 2), ο παραδοσιακός οικισμός της Χώρας (βλ. Εικόνα 3) και ο μεγάλος αριθμός ποιοτικών ακτών με άμμο και διαυγή νερά, υπήρξαν οι πρωταρχικοί λόγοι της εντυπωσιακής μεταπολεμικής ανάπτυξης του τουρισμού. Σε αυτό συνέβαλαν και οι πολιτιστικοί και ιστορικοί πόροι του νησιού (τα μοναστήρια, οι εκκλησίες, η παραδοσιακή αρχιτεκτονική και το ιδιαίτερο γυμνό τοπίο (βλ. Εικόνα 4), η τοπική κουζίνα, τα παραδοσιακά υφαντά), δημιουργώντας ως σύνολο έναν ελκυστικό προορισμό στο κέντρο του Αιγαίου.

Η εξέλιξη του πληθυσμού και της απασχόλησης έως τη δεκαετία 1960, περίοδο που αρχίζει η εντατική τουριστική ανάπτυξη, ήταν άμεσα συσχετισμένη με την εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας. Ο πληθυσμός, με αρκετές διακυμάνσεις, σταθεροποιείται μετά το 1700 οπότε και στο νησί αναπτύσσεται το εμπόριο και κυρίως η ναυτιλία. Οι βασικοί κλάδοι απασχόλησης σε όλη τη διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα είναι η γεωργία, η περιορισμένη κτηνοτροφία, η αλιεία και η ναυτιλία (βλ. Εικόνα 5). Τα χαμηλά εισοδήματα από αυτές τις δραστηριότητες δεν επέτρεπαν την οποιαδήποτε διεύρυνση της παραγωγικής βάσης του νησιού και συχνά έστρεφαν τους κατοίκους στη μετανάστευση με αποτέλεσμα το νησί το 1951 να έχει μόλις 3.546 κάτοικους.

Την τουριστική ανάπτυξη ακολουθεί μία ουσιαστική πληθυσμιακή έκρηξη η οποία εντοπίζεται κυρίως στον οικισμό της Χώρας (βλ. Σχήμα 1) που συγκεντρώνει και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού (δεύτερος μεγαλύτερος οικισμός είναι η Άνω Μερά). Η αύξηση του τουρισμού και η παράλληλη άνοδος των εισοδημάτων οδηγεί σε μετατροπή της αγροτικής γης σε οικιστική, με δραματική αύξηση των τιμών της, με κατασκευή νέων υποδομών και διαρκή επέκταση του τουριστικού τομέα και αργότερα της δεύτερης κατοικίας (βλ. Πίνακα 1). Σήμερα, είναι ένα από τα πυκνοκατοικημένα νησιά των Κυκλάδων (βλ. Σχήμα 2) με σημαντική τουριστική κίνηση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Στην πρώτη περίοδο τουριστικής ανάπτυξης (δεκαετίες 1960-70), ο τοπικός πληθυσμός στρέφεται σταδιακά στην πολυαπασχόληση με επίκεντρο τον τουρισμό εγκαταλείποντας ή οριακά συντηρώντας τους άλλους παραγωγικούς κλάδους με στρατηγικές οικογενειακού χαρακτήρα. Στις δύο αυτές δεκαετίες  ένας τυπικός Μυκονιάτης, που ισχυρίζεται ότι είναι αγρότης, νοικιάζει επίσης δωμάτια σε τουρίστες το καλοκαίρι, ψαρεύει με τη βάρκα του ή τη νοικιάζει για ψυχαγωγία των τουριστών. Η γυναίκα του μπορεί να εργάζεται ως καμαριέρα στα ενοικιαζόμενα δωμάτια της οικογένειας και παράλληλα μπορεί να πουλάει υφαντά σε τοπικό μαγαζί. Τέλος, τα παιδιά μπορεί να εργάζονται στο ψάρεμα με τον πατέρα, να είναι σερβιτόροι σε εστιατόρια ή να εργάζονται σε εμπορικά καταστήματα.

Η δεύτερη περίοδος (1970–1990) οδηγεί σε μία ταχύτατη "τουριστικοποίηση” την κοινωνική και παραγωγική δομή. Η Μύκονος έχει πλέον γίνει γνωστή, μια παγκόσμια φίρμα, ένας προορισμός αντίστοιχος της Ibiza, του Saint-Tropez και του Capri, έλκοντας καλλιτεχνικές διασημότητες, ηθοποιούς και χιλιάδες νεαρούς και νεαρές για διασκέδαση. Ο τουρισμός ως απασχόληση και ως άμεσο, έμμεσο εισόδημα αποτελεί πλέον την κύρια βάση της τοπικής ανάπτυξης με διαρκώς εμφανέστερα τα χαρακτηριστικά μιας ιδιαίτερου τύπου “αστικοποίησης”. Σταδιακά, σημαντικό ποσοστό των επιχειρήσεων περνάει στα χέρια μη ντόπιων (ιδιαίτερα στο κλάδο της εστίασης και του εμπορίου), ξένοι επιχειρηματίες εγκαθίστανται στο νησί για λίγους μόνο μήνες, ενώ ο πληθυσμός αυξάνει αλλάζοντας συγχρόνως και κοινωνική και πολιτισμική σύνθεση. Οι νέες επενδύσεις κυρίως σε κατασκευές και υποδομές πενταπλασιάζουν τις αξίες γης, ανεβάζουν τιμές και εισοδήματα και δημιουργούν συνθήκες αύξησης της παραοικονομίας και φαινομένων κοινωνικής ανομίας, με παράλληλη υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών.

Η τρίτη περίοδος (1990-σήμερα) χαρακτηρίζεται από την επέλαση του real estate, τη συστηματική μετατροπή του άνυδρου και γυμνού τοπίου σε πυκνοδομημένο αστικό ιστό δεύτερης κατοικίας (βλ. Εικόνα 6). Χιλιάδες βίλες, μεμονωμένες ή σε συγκροτήματα με πισίνες και άκομψη ψευτο-κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική κυριαρχούν μαζί με πυκνό δίκτυο δρόμων. Η τεράστια αύξηση των οικοδομών (τουριστικά καταλύματα και παραθεριστικές κατοικίες) η οποία αποτυπώνεται στο Σχήμα 3, επεκτείνεται πλέον εκτός του παραλιακού άξονα (Μύκονος, Όρνος, Τούρλος και Αγ. Στέφανος) και σε όλες σχεδόν τις υπόλοιπες παραλιακές αλλά και σε πολλές μεσόγειες περιοχές (βλ. Σχήμα 4). Οι οικοδομές απαιτούν μεγάλα νέα δίκτυα υποδομών (αεροδρόμιο, οδικό δίκτυο, περιφερειακός δρόμος, νέα λιμάνια, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης και εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού κ.ά.) τα οποία διακρίνονται για την απροθυμία ένταξης τους στο τοπίο.

Παρά το γεγονός ότι πολλοί φορείς (ΥΠΕΧΩΔΕ, ΥΠ.ΕΘ.Ο., ΕΟΤ, ΥΠΠΟ), επιφορτισμένοι με τον σχεδιασμό, θεσμοθέτησαν παρεμβάσεις ήδη από τη δεκαετία του ’50 με στόχο τη διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης, η Μύκονος αποτελεί ένα από τα κλασικά και παράλληλα αρνητικά παραδείγματα τουριστικής περιοχής με άναρχη ανάπτυξη και άρνηση οποιουδήποτε ελέγχου από την τοπική κοινωνία και τα οικοδομικά συμφέροντα (βλ. Εικόνα 7). Η χρονική υστέρηση στη θεσμοθέτηση μέτρων πολιτικής, η έλλειψη πολιτικής βούλησης, ο συμβιβασμός με τα μικρά και μεγάλα συμφέροντα και τα συχνά αλληλοσυγκρουόμενα προτεινόμενα μέτρα έχουν οδηγήσει σε ουσιαστικά αδιέξοδα τη συνολικότερη ανάπτυξη του νησιού με δυσμενέστερες επιπτώσεις την υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, την αυθαίρετη δόμηση, την αισθητική ρύπανση και τη συνολικότερη απαξίωση της ποιότητας του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος (βλ. Εικόνες 8, 9 και 10). Στην αυγή του 20ου αιώνα η Μύκονος αποτελεί πλέον ένα από τα παραδείγματα –στον παγκόσμιο χώρο– “μετα-βιομηχανικής” τουριστικής ανάπτυξης με έντονα συμπτώματα κορεσμού και υποβάθμισης του συνόλου των πόρων (πολιτιστικών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών, παραγωγικών) που συναποτελούν τοπικά το “τουριστικό προϊόν”.

Π.ΤΣ. και Χ.ΧΑΛ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 

Coccossis, H., Parpairis, A. (1996) “Tourism and carrying capacity in coastal areas: Mykonos, Greece”, Priestley, G., K., Edwards J., A., Coccossis, H. (eds) Sustainable tourism? European experiences, Wallingford: CΑΒ International, pp. 153-175.

Kolodny, E. (1974) La population des îles de la Grèce. Essai de géographie insulaire en méditerranée orientale, Aix en Provence: Edisud-C.N.R.S.

Λαμπίρη-Δημάκη, Ι. (1972) “Κοινωνιολογική ανάλυσις”, Καλλιγά, Α., Σ., Παπαγεωργίου Α., Ν., κ.α. (επιμ.) Μύκονος–Δήλος–Ρήνεια, Χωροταξική μελέτη, Αθήνα: Υπουργείο Κυβερνητικής Πολιτικής.

Νάζου, Δ. (2003) Οι πολλαπλές ταυτότητες και οι αναπαραστάσεις τους σε ένα τουριστικό νησί των Κυκλάδων. “Επιχειρηματικότητα” και εντοπιότητα στην Μύκονο, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη.

Παρπαΐρης, Α. (1993) Μεθοδολογικό πλαίσιο εκτίμησης της χωρικής φέρουσας ικανότητας για τουριστική ανάπτυξη (Φ.Ι.Τ.Α.), αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Τμήμα Περιβάλλοντος, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη.

Petrakis, M., Psiloglou, B., Chalkias, C., Lianou, M., Kopania, T., Petraki, E., I. (2005) “Use of satellite data for the assessment of carrying capacity for the greek islands (case study Mykonos)”, IASME Transactions, 2 (3), pp. 389-395.

Stott, A., M. (1973) “Economic transition and the family in Mykonos”, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 17, σσ. 122-133.

Χαλκιάς, Χ. (2002) “Οργάνωση γεωγραφικών πληροφοριών για τα ελληνικά νησιά με την αξιοποίηση σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων”, Γεωγραφίες, 4, σσ. 62-95.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία