WEB_AERIAL_ANAFH

Φωτογραφία Ν.Δ., 2002.

WEB_MAP_ANAFH

Η Ανάφη ως τοπίο εξαίρεσης

Στην αεροφωτογραφία, από ανατολικά, η σημερινή ασβεστωμένη μορφή του οικισμού της Ανάφης με τα ερείπια των ενετικών οχυρώσεων και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου στην κορυφή. Διακρίνονται επίσης οι δυο ανεμόμυλοι του 19ου αιώνα, οι οποίοι σηματοδοτούσαν τα όρια του οικισμού και σήμερα έχουν περικυκλωθεί από τις νέες επεκτάσεις με ενοικιαζόμενα δωμάτια και μικρά ξενοδοχεία. Ο δρόμος με τα απότομα πρανή οδηγεί στο λιμάνι.

Η τουριστική ανάπτυξη διαμόρφωσε μια καινούργια γεωγραφία στις Κυκλάδες. Κόσμοι ως τη δεκαετία του 1950 σχετικά αυτάρκεις και συχνά φτωχοί, μεταμορφώθηκαν σε προνομιακούς τόπους τουρισμού, συνδέθηκαν με τον Πειραιά και μεταξύ τους με ακτοπλοϊκές γραμμές που είναι βέβαια πυκνές μόνο όσο διαρκεί η τουριστική περίοδος (βλ. Εικόνα 1). Οικισμοί και ακτές ξεχειλίζουν το καλοκαίρι από επισκέπτες. Είναι δύσκολο να φανταστούμε σήμερα την προπολεμική Ανάφη (βλ. Εικόνες 2 και 3) (ή τη Φολέγανδρο, την Ίο, την Κίμωλο και τα άλλα μικρά Κυκλαδονήσια) σαν τόπους απομονωμένους όπου η ζωή ήταν δύσκολη και οι επικοινωνίες σπάνιες.

Όμως η γεωγραφία του αρχιπελάγους ήταν αλλιώτικη εκείνες τις εποχές. Και διαμόρφωνε τόσο το φυσικό τοπίο, με τις πολλαπλές ανθρώπινες επεμβάσεις που πάσχιζαν να δημιουργήσουν με τις πεζούλες καλλιεργήσιμη γη, όσο και τη συλλογική συνείδηση των κατοίκων. Μακριά από τα κέντρα της διοίκησης, αποκομμένοι από τις όποιες κοινωνικές πολιτικές, τούτοι οι κάτοικοι ζούσαν σε έναν κόσμο αλλιώτικο από την υπόλοιπη Ελλάδα. Πόσο έντονα επιβεβαίωσε την αίσθηση της απομόνωσής τους η επιλογή των κυβερνήσεων του Μεσοπολέμου να χρησιμοποιήσουν τούτα τα νησιά ως τόπους εξορίας! Για κάποιους, το μέρος που ζούσαν μετατράπηκε σε τόπο που κάποιους άλλους τους έστελναν για να τους τιμωρήσουν. Να ζεις σε έναν τόπο τιμωρίας δεν σημαίνει τελικά ότι κι εσύ είσαι τιμωρημένος με έναν τρόπο; Δεν σημαίνει ότι ο τόπος σου διαλέχτηκε ως τόπος εξορίας γιατί κι εσύ εξόριστος είσαι εδώ και χρόνια;

Όπως μας το δείχνει το σπάνιο φωτογραφικό υλικό που σώζεται από τη ζωή των εξόριστων στην Ανάφη, αλλά και πληροφορίες που έχουμε από διηγήσεις και αναμνήσεις, οι εξόριστοι κατοίκησαν στους τόπους της εξορίας όχι σαν ξένοι ή απόβλητοι αλλά σαν μέλη μιας ιδιαίτερης κοινότητας, με τους δικούς της κανόνες και αρχές, η οποία ρύθμιζε προσεκτικά τη σχέση της με την εγκατεστημένη κοινότητα των μόνιμων κατοίκων.

Το ίδιο το καθεστώς της εξορίας, ιδιαίτερα μάλιστα μετά τη θέσπιση του Ιδιώνυμου το 1929 που αναιρούσε όλα τα δικαιώματα των κατηγορουμένων για αδικήματα "διασάλευσης της ισχύουσας κοινωνικής τάξης", ήταν ένα καθεστώς εξαίρεσης: προβλέποντας ακόμα και προληπτικές ποινές εξορίας, με απολύτως ασαφή τα όρια των ποινικοποιούμενων συμπεριφορών, χωρίς δικονομικές εγγυήσεις και κανόνες προστασίας των εξόριστων, δημιουργούσε θύλακες στο εσωτερικό της επικράτειας για πολίτες εκτός των ορίων της κοινωνίας. Τούτη η κατάσταση εξαίρεσης είχε εφαρμογές σε μικρά νησιά της Μεσογείου από τα αυταρχικά καθεστώτα της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Γιουγκοσλαβίας. Ειδικά στην Ελλάδα έφτασε βέβαια στο όριο της φονικής της αυθαιρεσίας στα στρατόπεδα κρατουμένων-εξόριστων στη Γυάρο και τη Μακρόνησο που φτιάχτηκαν μετά τον εμφύλιο για τους ηττημένους (βλ. Σχήμα 1). Όμως οι εξόριστοι, και στον Μεσοπόλεμο και μετά τον πόλεμο, κατοίκησαν την εξαίρεση όχι μόνο με τις μικρές και μεγάλες πράξεις αντίστασης, αλλά και με τη θεμελίωση μιας συλλογικής καθημερινότητας με τους δικούς της κανόνες και αξίες. Η φρίκη των στρατοπέδων τούτη την καθημερινότητα άλλοτε την εξάρθρωνε και άλλοτε την ανεχόταν, χωρίς βέβαια να καταφέρνει να ελέγχει τις πιο κρυφές πτυχές της οργάνωσής της.

Στην Ανάφη του μεσοπολέμου, οι όροι τούτης της κατοίκησης της εξαίρεσης επέτρεψαν τρόπους συλλογικής οργάνωσης που άγγιξαν την πληρότητα του μοντέλου μιας άλλης κοινωνίας. Συλλογική φροντίδα για τα καταλύματα, κοινό συσσίτιο, δωμάτια για συσκέψεις και μαθήματα, ένα καφενείο, βιβλιοθήκη, χώροι επιδιόρθωσης ρούχων και επίπλων, αλλά και φαρμακείο και οδοντιατρείο. Οι εργασίες για την ομάδα ήταν μοιρασμένες. Όσες δεν απαιτούσαν ιδιαίτερες γνώσεις ή δεξιότητες, τις αναλάμβαναν όλοι εκ περιτροπής (βλ. Εικόνες 4 και 5).

Δύο κόσμοι συνυπήρχαν στο νησί, πίσω από τη φαινομενική ομοιομορφία των κυκλαδίτικων σπιτιών, και την ενιαία εικόνα του κυκλαδίτικου τοπίου. Οι μόνιμοι κάτοικοι της Ανάφης είχαν οργανώσει τη ζωή τους με βάση σταθερές απασχολήσεις (στα χωράφια, στα ζώα και στη θάλασσα) και με μονάδα οικονομίας την ευρύτερη οικογένεια. Οι εξόριστοι στη δική τους ζωή, που πάντα εμφανιζόταν ως μια περίοδος εξαίρεσης, παρ'όλο που τα όριά της ήταν συχνά απροσδιόριστα, είχαν τους ρυθμούς μιας ομάδας συνεργατικής, μιας ομάδας δημιουργημένης όχι μόνο από τις ανάγκες της επιβίωσης αλλά και απ' τις αξίες της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, της ίσης ευθύνης και της κοινοκτημοσύνης (βλ. Εικόνα 6). Δεν είναι που στη ζωή των τελευταίων έλειπαν οι αντιπαραθέσεις, οι καχυποψίες και οι διακρίσεις που σημάδεψαν την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος. Όμως στις καλύτερες στιγμές της κοινωνίας των εξόριστων πράγματι δοκιμάστηκαν μορφές μιας άλλης συλλογικής κατοίκησης.

Οι δύο κόσμοι βρέθηκαν με πολλούς τρόπους σε συνεννόηση. Οι εξόριστοι δέχτηκαν το εθιμικό δίκαιο των ντόπιων, ήρθαν σε συμφωνίες μαζί τους για τη χρήση κάποιων πόρων του νησιού (χώροι βοσκής, νερό), αγόραζαν και πουλούσαν στους ντόπιους με βάση τις επιλογές των ομάδων συμβίωσης, έφτασαν μάλιστα να χρησιμοποιήσουν ένα υποκατάστατο νομίσματος που διευκόλυνε τις συναλλαγές με τους μόνιμους κατοίκους υπό την εγγύηση του "γραφείου της ομάδας".

Στα όρια μιας γεωγραφίας της εξορίας, μιας γεωγραφίας της εξαίρεσης που διάρκεσε πολλά χρόνια, η Ανάφη, όπως και τα άλλα νησιά του αρχιπελάγους, έγινε ένας τόπος συνύπαρξης και όσμωσης ανάμεσα σε δύο κοινότητες διακριτές, αναγκασμένες όμως να συμβιώσουν. Παρ'ότι στους όρους της συμβίωσής τους παρενέβαινε η διοικητική και κατασταλτική δύναμη του κράτους, η σχέση των εξόριστων με το νησί δεν ήταν μια σχέση απόλυτης περιχαράκωσης ή εγκλεισμού σε θύλακες τιμωρίας (βλ. Εικόνα 7).  Οι εξόριστοι κατοίκησαν την εξαίρεση και από πολλές απόψεις την συγκατοίκησαν με τους ντόπιους, εκείνους που το ελληνικό κράτος έτσι κι αλλιώς τους αντιμετώπιζε σαν πολίτες με περιφερειακά δικαιώματα και αμελητέες ανάγκες.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Βαρδινογιάννης, Β., Αρώνης, Π. (1995) Οι μισοί στα σίδερα, Αθήνα: Φιλίστωρ.

Kenna, M. Ε. (2004) Η κοινωνική οργάνωση της εξορίας. Πολιτικοί κρατούμενοι στον μεσοπόλεμο, μτφ. Γ. Καστανάρα, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Κοτζιά, Κ., Κωσταντόπουλος, Η., Παπαδόπουλος, Λ., Φιλοξενίδου, Κ. (επιμ.) (2006) Το Αιγαίο: Μια διάσπαρτη πόλη, Ελληνική συμμετοχή στην 10η Διεθνή Έκθεση Αρχιτεκτονικής Μπιενάλε Βενετίας, Αθήνα: Futura - Υπουργείο Πολιτισμού.

Μπερτλς, Μπ. (2002) Εξόριστοι στο Αιγαίο. Αφήγημα πολιτικού και ταξιδιωτικού ενδιαφέροντος, μτφ. Γ. Καστανάρας, Αθήνα: Φιλίστωρ.

Σταυρίδης, Σ. (2006) "Μνήμη και καθημερινότητα της εξαίρεσης. Στρατόπεδο κρατουμένων Γυάρου", Σταυρίδης, Σ. (επιμ.) Μνήμη και εμπειρία του χώρου, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Τζαμαλούκος, Ν. (1975) Ανάφη: Ενας γολγοθάς της λευτεριάς (αναμνήσεις), Αθήνα: Ειρήνη.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία