WEB_AERIAL_KOMOTINI

Φωτογραφία Κ.Β., 2001.

Κομοτηνή: η ιστορική γεωγραφία μιας πολυ-εθνοτικής πόλης

Η Κομοτηνή ήδη από την ίδρυσή της (14ος αιώνας) χαρακτηρίζεται από ένα πολύμορφο πληθυσμιακό υπόβαθρο. Αυτή η ιδιαιτερότητα γίνεται σήμερα εύκολα αντιληπτή στο κυρίως σώμα του οικισμού, και συγκεκριμένα στο ιστορικό της κέντρο ή στην αγορά της (βλ. αεροφωτογραφία). Στο ανατολικό άκρο βρίσκεται η φημισμένη Πλατεία Ηφαίστου με τα καταστήματα κατασκευής και πώλησης σιδερένιων, χάλκινων και ορειχάλκινων αντικειμένων διατεταγμένα δίπλα από τον Πύργο του Ρολογιού (1884). Παράπλευρα σε αυτά βρίσκεται το νομικό-θρησκευτικό κέντρο των μουσουλμάνων κατοίκων του νομού Ροδόπης, η Μουφτεία Κομοτηνής, που στεγάζεται στον προαύλιο χώρο του Γενί Τζαμιού (1585). Περιμετρικά λειτουργούν οικογενειακές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών και λιανεμπορίου. Η πολεοδομική και αρχιτεκτονική ομοιομορφία των κτισμάτων της περιοχής διακόπτεται από την κάλυψη του χειμάρρου Μπουκλουτζά (δεκαετία 1960), τη χάραξη των λεωφόρων Ορφέως και Ηρώων (νότια και δυτικά αντίστοιχα) και την οικοδόμηση του σχετικού οικιστικού πλέγματος. Οι οργανικές μορφές του δομημένου χώρου, καθώς και οι χρήσεις γης συμβάλλουν στην επιτυχή ανασύσταση του σκηνικού μιας βαλκανικής οθωμανικής πόλης στον 21ο αιώνα.

Η Κομοτηνή (Gümülcine κατά την οθωμανική περίοδο), σχηματίζει τον πυρήνα του σύγχρονου αστικού τοπίου της μεταξύ 1867 και 1974. Αρχικά, καταγράφεται η διεύρυνση των μουσουλμανικών μαχαλάδων (ανατολικά και βόρεια) με την εγκατάσταση μουσουλμάνων προσφύγων από το νεοσύστατο βουλγαρικό κράτος (1878) (βλ. Σχήμα 1). Εν συνεχεία, η έναρξη λειτουργίας του σιδηροδρομικού σταθμού (1896), συντέλεσε στην επέκταση της πόλης προς το νότο. Ταυτόχρονα, αποτυπώνεται στο αστικό τοπίο ο ανταγωνισμός των βαλκανικών εθνικισμών μέσω της δημιουργίας συμβολικών τοπόσημων (βλ. Εικόνα 1 καθώς και Σχήμα 2).

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η Κομοτηνή έχει ήδη αναδειχθεί σε διοικητικό και διαμετακομιστικό κέντρο της πεδιάδας δυτικά του ποταμού Έβρου, με σημαντική βιοτεχνική (βυρσοδεψία και αλευρόμυλοι), βιομηχανική (καπνεργοστάσιο) και αγροτική παραγωγή (φρούτα, λαχανικά και σιτηρά).

Κατά τη βουλγαρική διοίκηση (1913-1919) ο αστικός ιστός επεκτάθηκε προς το βορρά με τη δημιουργία στρατιωτικών εγκαταστάσεων (σημερινοί Στρατώνες). Η βουλγαρική παρουσία επέφερε μια σειρά συμβολικών (αλλαγή χρήσης θρησκευτικών τόπων) και πληθυσμιακών μεταβολών (αποδημίες, εποικισμοί) στο αστικό τοπίο της Κομοτηνής (Gjumjuldjina κατά την εν λόγω εξαετία).

Η προσάρτηση της περιοχής στην ελληνική επικράτεια (1920), οι  ανταλλαγές πληθυσμών (1919, 1923, βλ. και Πίνακα 1) και η παράλληλη εγκατάσταση προσφυγικών ομάδων έδωσε μεγαλύτερη δυναμική στις αναμορφωτικές δράσεις του ελληνικού έθνους-κράτους. Παρά την εξαίρεση ανταλλαγής των μουσουλμάνων κατοίκων του, ο αστικός ιστός βίωσε έντονα τις αλλαγές που επέβαλε η νέα ελληνική διοίκηση (βλ. Εικόνα 2).

Ως πρωτεύουσα της ελληνικής Θράκης, η Κομοτηνή κρίθηκε αναγκαίο να προσαρμοστεί στα εθνικά πρότυπα πολεοδομικής οργάνωσης. Αυτό το πνεύμα διαπνέει τα μεσοπολεμικά σχέδια πόλης (1933, 1938), με περιορισμένη έστω επιτυχία, επειδή ο πολεοδομικός σχεδιασμός εφαρμόστηκε αποκλειστικά στις νέες επεκτάσεις (Αρμενιό, Ρέμβη, Σταθμός, Ήφαιστος ή Καλκάτζα). Ο υπόλοιπος αστικός ιστός διατήρησε την παραδοσιακή τοπιογραφία του, με τους θρησκευτικούς τόπους (τεμένη, εκκλησίες, συναγωγή) να ορίζουν συμβολικά τις αντίστοιχες συνοικίες (συναγωγή Μπεϊτ-Ελ, συνοικία Οβρεγιό), παρά τις συστηματικές προσπάθειες αναδιάταξης της σημειολογίας του (π.χ. μετατροπή μουσουλμανικών νεκροταφείων σε δημοτικά πάρκα).

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και υπό βουλγαρική διοίκηση (1941-1944) εκτοπίζεται ολοκληρωτικά η εβραϊκή κοινότητα της Κομοτηνής. Μεταπολεμικά, ο αστικός ιστός διευρύνθηκε με την εγκατάσταση Πομάκων πλησίον των μουσουλμανικών συνοικιών (αρχές 1960) και αργότερα Σαρακατσάνων νομάδων εντός των χριστιανικών συνοικιών (1967-1974). Ωστόσο, η μεταπολεμική οικονομία της πόλης καθώς και της Θράκης δεν διευρύνθηκε σημαντικά τουλάχιστον μέχρι και τη Μεταπολίτευση. Αντίθετα διατήρησε έναν περιθωριακό χαρακτήρα δεχόμενη περιορισμένο αριθμό δημοσίων επενδύσεων.

Η σημαντικότερη ίσως δημόσια επένδυση στην πόλη ήταν η ίδρυση του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (1974-1975). Η παρουσία του έδωσε μια νέα δυναμική λειτουργική δραστηριότητα σε επιλεγμένα τμήματα του οικιστικού ιστού, διευρύνοντας όμως τις αντιθέσεις μεταξύ του μουσουλμανικού και χριστιανικού τομέα της πόλης. Κατά την ίδια περίοδο, η ίδρυση της Βιομηχανικής Περιοχής Κομοτηνής (1978, νοτιοανατολικά της πόλης) είχε περισσότερο αμφισβητήσιμα αποτελέσματα για την τοπική οικονομία.

Αστικό ορόσημο της δεκαετίας του 1980 αποτελεί η δημιουργία της συνοικίας Νέα Μοσυνούπολη, σε απαλλοτριωμένες εκτάσεις στα βορειοδυτικά όρια πόλης (βλ. Εικόνα 3). Σε αυτήν εγκαταστάθηκαν οι Πόντιοι από την πρώην Ε.Σ.Σ.Δ., ενδυναμώνοντας ακόμη περισσότερο το χριστιανικό κομμάτι του πληθυσμού. Την επόμενη δεκαετία, η εφαρμογή της ισονομίας και ισοπολιτείας (1991) κινητοποίησε μια νέα σειρά χωρικών αναμορφώσεων. Ο θεσμός της αντιπαροχής αλλοίωσε το παραδοσιακό τοπίο των μουσουλμανικών συνοικιών καθώς πολυώροφα κτίσματα με περιορισμένους υπαίθριους χώρους ξεπήδησαν ανάμεσα σε περιτειχισμένες κεραμοσκεπείς μονοκατοικίες, όπως φαίνεται στην Εικόνα 4. Στις υπόλοιπες Εικόνες 5 και 6 αποτυπώνονται ορισμένες σημερινές όψεις της καθημερινής ζωής στη πόλη.

Σήμερα η πόλη ως έδρα της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και της νομαρχίας Ροδόπης, αποτελεί έναν αρκετά εκτεταμένο δήμο (11 τοπικά διαμερίσματα, 6 οικισμοί, περίπου 52.000 κάτοικοι). Η οικονομική βάση της στηρίζεται στην παροχή υπηρεσιών και δευτερευόντως στη μεταποίηση, υποβοηθούμενη από σημαντικές δημόσιες επενδύσεις (π.χ. Εγνατία Οδός, συνδέσεις με βουλγαρική ενδοχώρα), όταν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της ομώνυμης επαρχίας και του νομού απασχολείται στον πρωτογενή τομέα. Η Κομοτηνή κατά τον 21ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την αντίφαση της διατήρησης ενεργών ιστορικών δομών οικονομικής δραστηριότητας, όπως το παζάρι της Τρίτης (συνοικία Κιρ Μαχαλέ, πάρκινγκ Κολυμβητηρίου-Γυμναστηρίου), από την εισαγωγή σύγχρονων εμπορο-ψυχαγωγικών δομών, όπως η λειτουργία του Kosmopolis Park (Νέα Μοσυνούπολη), από τους εθνοτικούς ανταγωνισμούς για την κυριαρχία του τοπίου, όπως η διαμάχη για τον υψηλότερο συμβολικό τοπόσημο (μιναρές Εσκί Τζαμιού-καμπαναριό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου), από τις χωρικές ανισότητες μεταξύ των μουσουλμανικών και των χριστιανικών συνοικιών (Νεόκτιστα Αδριανουπόλεως, Τενεκέ Μαχαλέ – βλ. Εικόνα 7 και Νέα Μοσυνούπολη) και τέλος, από την αίσθηση των επισκεπτών/τριών ότι το κέντρο του οικισμού λειτουργεί ως ο μοναδικός κοινός τόπος ανάμειξης και συνύπαρξης των κατοίκων του.

Β.Κ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Aarbakke, V. (2000) The Muslim Minority of West Thrace, University of Bergen.

Dalègre, J. (1995) Populations et Territoire en Thrace Grecque depuis 1878, Tome 1: Texte, Tome 2: Cartes, Documents, Fiches Statistiques, Bibliographie, Department de Geographie, Paris: Universite de Paris X-Nantere.

Demetriou, O. (2002) "Space and power in Komotini from the 1870s to the 1990s: Re-constructing national urban space", 6th  International Conference on Urban History: "Power, Knowledge and Society in the City", Edinburgh, 4-7 September.

Δρούλια, Λ., Ασλάνης, Ι., Λουκοπούλου, Λ. κ.ά. (2000) Θράκη: Ιστορικές και γεωγραφικές προσεγγίσεις, Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.

Kiel, M. (1982) “Gϋmϋldjine, Bosworth C. E., van Donzel E. et al. (eds.), The Encyclopaedia of Islam (New Edition), Supplement, Fascicules 5-6 (Djawhar-Al-Iraki), Leiden: E. J. Brill.

Κουτσούκος, Β. (2005) "Εθνοπολιτισμική πολυμορφία και χωρικός ανταγωνισμός στη Δυτική Θράκη. Μια πρώτη απόπειρα καταγραφής της ιστορικής γεωγραφίας της Κομοτηνής του 20ου αιώνα", Γεωγραφίες, 10: 107-129.

Λεύκωμα Θράκης - Μακεδονίας, Θρακική Στοά (1932) Κομοτηνή: Α. Δρακόπουλος -Τύποις Α. Αντωνιάδου.

Μάρκου, Κ. (2005) "Χώρος, κοινωνικές σχέσεις και ταυτότητες στην πόλη της Ξάνθης", Εθνολογία, 11     : 21-59.

Παπαγιαννάκης, Λ., Ζόνζηλος, Ν. Βασενχόβεν, Λ., Λώλος, Σ., Νοταράς, Γ. Λαμπριανίδης Λ., Σινάνογλου Β. (1995) Η ανάπτυξη της Θράκη. Προκλήσεις και προοπτικές, Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία