WEB_AERIAL_AMFISSA

Φωτογραφία Ν.Δ., 2002.

Το αγροτικό τοπίο του “Ελαιώνα της Άμφισσας”

Το βλέμμα, από το φυσικό μπαλκόνι της κουρασμένης από την τουριστική επιδρομή ιστορικής κωμόπολης, λίγα μέτρα από το Μαντείο, βυθίζεται στη μονοχρωμία της βαθυπράσινης κοιλάδας (βλ. Εικόνα 1). Τι έκπληξη! Από ψηλά, τους Δελφούς, οι υποσχέσεις είναι πολλές και ο επισκέπτης θα δικαιωθεί για την απόφασή του να υπομείνει μισής ώρας στροφές κατεβαίνοντας προς το τοπίο το οποίο, περιέργως, αν και κοινολογείται ως “δελφικό”, εκτείνεται πέραν των Δελφών (βλ. Σχήμα 1): από τις υπώρειες της Γκιώνας και του Παρνασσού μέχρι την έξοδο του, νότια, εκεί που μόλις διαγράφεται η οριζοντιογραμμή του Κορινθιακού. Η αεροφωτογραφία “βλέπει” από τον κόλπο, την παραθαλάσσια Ιτέα, προς βορειοδυτικά, την ημιορεινή  Άμφισσα. Πιο βαθιά, πίσω από το πρώτο ύψωμα, βρίσκεται η μπούκα και η σήραγγα του Μόρνου, ενώ, πριν την είσοδο της πόλης,  φεύγει δεξιά ο δρόμος προς Λαμία και διακρίνεται το  ανενεργό βιοτεχνικό πάρκο. Στο υπόλοιπο κυριαρχεί ο “Ελαιώνας της Άμφισσας”, πρωταγωνιστής του “δελφικού τοπίου”. Από το 1991 το “ευρύτερο δελφικό τοπίο” προστατεύεται ως αρχαιολογικός, ιστορικός χώρος και τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Διοικητικά συμπεριλαμβάνει τους δήμους Δελφών, Άμφισσας, Ιτέας και Αραχώβης, καθώς και τις κοινότητες Χρισσού, Ελαιώνα, Σερνικακίου, Αγ. Κωνσταντίνου και Αγ. Γεωργίου.  

Στην προστασία του τοπίου αποδίδουν οι ντόπιοι την παρακμή του Ελαιώνα. Γεγονός είναι ότι δεν ζητιέται πια, στις εγχώριες και ξένες αγορές, το προϊόν του, η “κολυμβάδα” ή “ελιά Σαλώνων” ή (λίγο αργότερα) “κονσερβολιά”. Η γνωστότερη, πλέον, ως “ελιά Αμφίσσης”, όχι μόνον έχει χάσει αγορές της Ευρώπης και της Αμερικής, στις οποίες μέχρι το 1960 ήταν επώνυμη, αλλά και την εσωτερική αγορά. Η σημερινή εγκατάλειψη του ελαιώνα, λίγο θυμίζει πόσο είχε συνεισφέρει στο δυναμισμό μιας περιφερειακής, αλλά ανοικτής εμπορευματικής οικονομίας με επίκεντρο την ημιορεινή πόλη.

“Εν αρχή ήν” η πρωτογενής παραγωγή της μετακινούμενης κτηνοτροφίας, που άλλοτε ξεχειμωνιάζει στο μωσαϊκό από μεσογειακούς θαμνότοπους και φρυγανότοπους, στις νότιες πλαγιές της Γκιώνας  και του Παρνασσού, και άλλοτε ξεκαλοκαιριάζει στους αλπικούς βοσκότοπους και τα δάση κεφαλληνιακής ελάτης των ίδιων οροσειρών αλλά και  των γειτονικών Βαρδουσίων και της Οίτης. Τα προϊόντα της υποδέχεται η αμφιθεατρικά  κτισμένη, στις πλαγιές του Έλατου, δασώδους πρόβουνου της Γκιώνας, πόλη (βλ. Εικόνα 2). Είναι κτισμένη ανάμεσα στις οροσειρές, στο μοναδικό φυσικό πέρασμα που συνδέει την Ανατολική με τη Δυτική χερσαία Ελλάδα, στον άξονα: Κορινθιακός (Ιτέα), Άμφισσα, Γραβιά, Θερμοπύλες. Έως τον Μεσοπόλεμο λειτουργούσαν εκεί μηχανοκίνητα, ακόμη και ηλεκτροκίνητα, εργοστάσια και βιοτεχνίες. Σώζονται τα “Χάρμενα”, η συνοικία των βυρσοδεψών με τα πέτρινα και πλινθόκτιστα (βλ. Εικόνα 3) του 18ου αιώνα, τα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα. Βρίσκεται κοντά στην αρχαία ακρόπολη, το κάστρο των “Σαλώνων” και ο Πουκεβίλ, περιηγούμενος στην Ελλάδα τα έτη 1814-1821, αναφέρει ότι “η πεδιάς των Σαλώνων είναι σκεπασμένη από ελαιώνας”. Η διευρυμένη οικονομία της ημιορεινής πόλης συμμετείχε φιλόδοξα, τέλη του 18ου και αρχές του 19ου αιώνα, στο διεθνές εμπόριο (βλ. Εικόνα 4). Οι εξαγωγές της διοχετεύονται στο λιμάνι της Πάτρας.

Η εγκατάσταση, το 1923, εκατό προσφυγικών οικογενειών, σε μια πόλη 7.000 κατοίκων (1927), ανατολικά του χείμαρρου “Κατσικοπνίχτη” (ο αρχαίος Ύλαιθος), πληθαίνει το στρώμα των ακτημόνων. Προπολεμικά και, οριστικά, μετεμφυλιακά,  η  μετακινούμενη κτηνοτροφία και η μεταποίηση παρακμάζουν. Απομένει η μονοκαλλιέργεια της ελιάς, μέχρι τη δεκαετία του 1960, όταν η “Α.Ε.Μ. Βωξίτες Παρνασσού” θα απασχολήσει 1.200 εργάτες με τραγικές επιπτώσεις στο τοπίο.  Εξω-γεωργική απασχόληση προσφέρει και η κατασκευή του φράγματος Μόρνου, η οικοδομή και οι υπηρεσίες. Από το 1950, η Άμφισσα είναι πρωτεύουσα του νομού Φωκίδας. Ο Ελαιώνας παραμελείται (βλ. Εικόνα 5). Μέσα σε ζιζανιόπληκτα κτήματα, πλεονάζουν δένδρα άνω των 300 ετών, ακλάδευτα, πανύψηλα, μέχρι 8-10 μέτρα.

Σήμερα, δεν υπερβαίνουν τους δυόμισι χιλιάδες αυτοί που  κατέχουν ένα κομμάτι γη στον ελαιώνα των 60.000 στρεμμάτων (40.000 μέχρι το υψόμετρο 200 μ. και 20.000 μέχρι τα 650 μέτρα, εκ των οποίων 6-8.000 στρέμματα σε αναβαθμίδες). Μόλις ένα 10% είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Οι υπόλοιποι είναι ιδιοκτήτες γεωργικής γης, οι οποίοι έχουν δεύτερη απασχόληση την ελαιοκαλλιέργεια: ντόπιοι ή, συνηθέστερα, μόνιμοι πλέον κάτοικοι αστικών κέντρων, συνταξιούχοι κ.ά. Τα 300.000 δένδρα της περιοχής Αμφίσσης, περίπου 10-18 ανά στρέμμα, καταλαμβάνουν 23.000 στρέμματα και παράγουν 3,5 χιλιάδες τόνους ελαιοκάρπου. Ούτε το μισό της παραγωγής του Μεσοπολέμου. Τα κτήματα διαιρούνται σε τετράγωνα ή ορθογώνια αγροτεμάχια, τα “λαχίδια”, των 5 έως 30 δένδρων. Τα “τράφια” μεταξύ των λαχιδίων, ύψους 0,80 μ., οριοθετούν την ιδιοκτησία και ρυθμίζουν την παροχή του νερού, όποτε οι χείμαρροι το φέρουν. Οι γεωτρήσεις είναι ελάχιστες. Το κλάδεμα, “ξάλισμα”, ελαφρύ, γνωρίζουν λίγοι γέροντες που εκλείπουν. Το “άρμεγμα” του υπερώριμου καρπού με το χέρι έχει, λόγω ύψους δένδρων, αποκλεισθεί. Την τελευταία δεκαετία η επιβίωση και η συντήρηση του ελαιώνα οφείλονται, κατά κοινή ομολογία, στους Αλβανούς μετανάστες (βλ. Εικόνα 6).

Το ερώτημα, επομένως, παραμένει: ποιο θα είναι το μέλλον του Ελαιώνα της Άμφισσας; Παραγωγή ή τοπίο; Τον συνδυασμό των δύο ενισχύει, μετά το 1992, η Κοινή Αγροτική Πολιτική. Η ραγδαία ανάπτυξη της Ιτέας (βλ. Εικόνα 7), αλλά και του Γαλαξειδίου, σε δυναμικούς πόλους τουριστικής έλξης, επιδείνωσαν την παρακμή της  Άμφισσας. Ο ενδιάμεσος χώρος του “Ελαιώνα”, αν αναδειχθεί ως αγροτικό τοπίο ιδιαίτερου κάλλους, εντός του οποίου παράγεται ένα άξιο της επωνυμίας του προϊόν, ίσως αποκαταστήσει την αναπτυξιακή ισορροπία όλης της περιοχής.

Λ.Λ.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Αναγνωστόπουλος, Π. Θ. (1939) "Αι ποικιλίαι και η οικολογία της ελληνικής ελαίας" Επιστημονική Επετηρίς, Γεωπονική και Δασολογική Σχολή, Πανεπιστημίον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη: Τυπογραφείον Μ. Τριανταφύλλου.

Γεωργακόπουλος, Α. (1931) Οι φαγώσιμες ελιές και το λάδι. Πώς γίνονται με τας διαφόρους μεθόδους και πώς διατηρούνται,  Ελληνική Γεωργική Εταιρεία, Παράρτημα "Γεωργικού Δελτίου" 98, Τυπογραφείον Ν. Απατσίδη.

Λύχνος, Ν. Δ. (1949) Το δένδρον της ελαίας και η καλλιέργειά του, τόμ. Ι, Γενική Διεύθυνσις Γεωργίας, Υπουργείον Γεωργίας.

Μανωλίδης Κ., Καναρέλης, Θ. (επιμ.) (2009)  Η διεκδίκηση της υπαίθρου. Φύση και κοινωνικές πρακτικές στη σύγχρονη Ελλάδα. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα: Ίνδικτος.

Ομάδα Τοπικής Δράσης Φωκίδας (1996) Πρόταση Ολοκληρωμένου Επιχειρησιακού Προγράμματος για την υπαγωγή στην Κοινοτική Πρωτοβουλία LEADER II, Άμφισσα.

Ριονδέ, Α. (1882) Περί της ελαίας, μτφ. Ο. Κ. Φωστηρόπουλος, Αθήναι: Τυπογραφείον Α. Κορομηλά.

Vlahos, G., Louloudis, L. (2009) "Does CAP protect landscapes? Yes, perhaps, may be not", XXIII ESRS Congress "Re-Inventing the Rural: Between the Social and the Natural", Vaasa Finland, 17-21 August (www.esrs2009.fi).

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία