WEB_AERIAL_PATMOS

Φωτογραφία Κ.Β., 2000.

WEB_MAP_PATMOS

Πάτμος, το μοναστήρι και ο οικισμός

Η άποψη από ψηλά αναδεικνύει τη στρατηγική θέση της Μονής και της πυκνοδομημένης Χώρας, xτισμένες και οι δυο σε λόφο, στο νότιο τμήμα του νησιού, με σχετικά ομαλή πρόσβαση και καλή εποπτεία στο λιμάνι της Σκάλας. Η φρουριακή μορφή του μοναστηριού δεσπόζει στο κέντρο της φωτογραφίας και έχει ενδιαφέρον το αδόμητο τοπίο της υπαίθρου μεταξύ της Χώρας και της τουριστικής Σκάλας. Ο πυκνοδομημένος ιστός αναδεικνύει τις λίγες νησίδες υψηλού πρασίνου.

Ο οικισμός δημιουργήθηκε γύρω από έναν προϋπάρχοντα πυρήνα, το μοναστήρι του Ιωάννου Θεολόγου, το οποίο από τον 11ο αιώνα περιβάλλεται με τείχη. Πολλοί ιεράρχες και ηγούμενοι συνέδεσαν, στα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης, το όνομά τους με τη φροντίδα για τη συντήρηση, την ενίσχυση και επέκταση του οχυρωματικού του περίβολου. Ο λαϊκός πληθυσμός κατοικεί γύρω από την περίμετρο των τειχών του μοναστηριού, τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, όταν η εγκατάσταση αυτή υπαγορεύθηκε από τις συνθήκες και τις ανάγκες της εποχής. Ο χώρος οργανώνεται αρχικά από το μοναστήρι και ο πληθυσμός του εξαρτάται από αυτό. Σταδιακά η Χώρα αποδεσμεύεται τυπικά αλλά και ουσιαστικά από αυτή την εξάρτηση και αναπτύσσεται με τη μορφή πυρήνων οίκησης - το Μέσα Κάστρο, τα Αλλοτεινά, τα Κρητικά και τα Απορθιανά - που ακολουθούν τη διαμόρφωση του εδάφους και αποκτούν οχυρωμένη μορφή. Καθώς ο οικισμός επεκτείνεται και "βγαίνει" έξω από τα τείχη, το αμυντικό του σύστημα ανανεώνεται, υπερβαίνοντας την προηγούμενη οχύρωση. Σήμερα η δόμηση στη Χώρα δημιουργεί, με την πυκνότητα και τη συνέχειά της, τη γνωστή οχυρωματική μορφή πολλών νησιώτικων οικισμών, όπου τα σπίτια της εξωτερικής σειράς περικλείουν το σύνολο του οικισμένου χώρου (βλ. Σχήμα 1). Ακόμη και οι οικοδομές του 19ο αιώνα - πολλές από τις οποίες βρίσκονται στη βορειοανατολική άκρη του οικισμού - ακολουθούν την ίδια μορφή δόμησης.

Η Πάτμος αποτελεί τον μοναδικό, ίσως, νησιωτικό χώρο στον οποίο η παρουσία ενός μοναστηριακού συγκροτήματος επηρέασε καθοριστικά την ιστορική πορεία και τη φυσιογνωμία του (βλ. Σχήμα 2 και Εικόνα 1). Το κύρος, η οικονομική δύναμη, τα προνόμια και η θρησκευτική ακτινοβολία της Μονής του Ιωάννου Θεολόγου στον ευρωπαϊκό και τον οθωμανικό κόσμο, λειτούργησαν προστατευτικά για το νησί, εξασφάλισαν τη δυνατότητα της ανάπτυξής του και επηρέασαν, σε σημαντικό βαθμό, τον υλικό και πνευματικό του βίο (βλ. Εικόνα 2). Αλλά και η γεωγραφική θέση του νησιού, στη βόρεια άκρη των Δωδεκανήσων, σε κομβικό σημείο των θαλάσσιων δρόμων της περιοχής, καθώς και τα ασφαλή του λιμάνια, συνέβαλλαν στην καθιέρωσή του ως σταθμού των πλοίων που κινούνταν στο νοτιοανατολικό Αιγαίο.

Αξιοποιώντας τις ιδιαίτερες αυτές συνθήκες κάτω από τις οποίες ζει και αναπτύσσεται ο πληθυσμός της, αλλά και τη γενικότερη συγκυρία, η Πάτμος αναζητά  συμπληρωματικές διεξόδους επιβίωσης στη ναυτιλία και το εμπόριο, δυο δραστηριότητες που συνδέθηκαν τελικά με την απόκτηση πλούτου, την άσκηση της τοπικής εξουσίας, την κοινωνική διαφοροποίηση. Ταυτόχρονα υπήρξαν δίαυλοι εισαγωγής νέων αγαθών, αξιών και νοοτροπιών. Αν και το νησί ήταν συνήθως ενδιάμεσος σταθμός και όχι ο κύριος προορισμός των μεταφερόμενων εμπορευμάτων, μέρος από τα αγαθά αυτά προσφερόταν στην τοπική ζήτηση. Τα πλούσια και μεγάλα σπίτια που εντυπωσίαζαν τους περιηγητές (βλ. Εικόνα 3), τα αντικείμενα πολυτελείας, αλλά και οι σημαντικές περιουσίες των Πατμίων, ήταν απόρροια, σε μεγάλο βαθμό, του θαλάσσιου εμπορίου που ξεπερνούσε τα γεωγραφικά όρια της γύρω περιοχής.

Οι δύο αυτές δραστηριότητες αναδεικνύουν τη σπουδαιότητα της Σκάλας, επίνειου της Χώρας, διότι είναι η  περιοχή στην οποία αγκυροβολούσαν τα πλοία και  γίνονταν διάφορες αγοραπωλησίες αγαθών.  Εκεί βρίσκονταν τα περισσότερα μαγαζιά-αποθήκες, τα εργαστήρια αγγειοπλαστικής, τα ασβεστοκάμινα, ένα από τα λατομεία και το ναυπηγείο του νησιού. Μέχρι, όμως, τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα η Σκάλα δεν είχε μόνιμους κατοίκους, όλοι ζούσαν στη Χώρα.

Παρά τη συνεχή κίνηση προς την ακτή, ο οδικός άξονας που ένωνε τη Χώρα με το λιμάνι - ο "απορθιανός δρόμος", όπως τουλάχιστον ονομαζόταν κατά τον 19ο αιώνα - ήταν ένα μικρό κακοτράχαλο μονοπάτι, σύμφωνα με τις περιγραφές των περιηγητών, αν και στο μέσο περίπου της απόστασης βρίσκεται η Μονή της Αποκάλυψης και λειτουργεί από τις αρχές του 18ου αιώνα η Πατμιάδα σχολή. Ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι οι οικισμοί της Χώρας και της Σκάλας αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο. Κατά μήκος των παλαιοτέρων μονοπατιών, αλλά και της νεότερης οδικής αρτηρίας που τους συνδέει, είναι φανερή η απουσία δομημένου περιβάλλοντος (βλ. Εικόνα 4).

Σήμερα η ζωή του νησιού έχει μεταφερθεί στη Σκάλα. Εκεί κατοικεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, ενώ ο οικισμός εξαπλώνεται συνεχώς προς όλες τις γύρω παραλιακές περιοχές. Στο λιμάνι είναι άλλωστε συγκεντρωμένες οι διοικητικές και οικονομικές υπηρεσίες, οι αρχές του νησιού (εκτός από τη δημαρχία, που βρίσκεται στη Χώρα) και η αγορά. Η παραλιακή περιοχή είναι αυτή, εξάλλου, που καλείται να εξυπηρετήσει λειτουργίες και δραστηριότητες που ανταποκρίνονται στην αυξημένη τουριστική κίνηση που παρουσιάζει τις τελευταίες δεκαετίες "το νησί της Αποκάλυψης". Η Χώρα, αντίθετα, προστατευμένη από την ανεξέλεγκτη δόμηση, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την αρχιτεκτονική της φυσιογνωμία και το 1999 ανακηρύχθηκε από την UNESCO μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς (βλ. Εικόνες 5 και 6). Σε αυτό συνέβαλλε καθοριστικά η Μονή του Ιωάννου Θεολόγου, η οποία, υπερασπιζόμενη την ιερότητα του χώρου, συγκρατούσε την ανάπτυξη εμπορικών και άλλων χρήσεων γης και απέτρεπε την εγκατάσταση τουριστικών-ψυχαγωγικών λειτουργιών.  Παράλληλα, η ακτινοβολία της Μονής στα πρόσφατα πλέον χρόνια, σε συνδυασμό με τη μοναδικότητα ενός φρουριακού οικισμού με οικοδομές, οι περισσότερες από τις οποίες ανάγονται στον 17ο και 18ο αιώνα, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον Ελλήνων και ξένων επισκεπτών, ορισμένοι από τους οποίους αγόρασαν παλαιά κτίσματα, τα συντήρησαν και τα χρησιμοποιούν ως εξοχικές κατοικίες. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι στη διάρκεια του 20ού αιώνα, και ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του 1960, το δίπολο ορεινή Χώρα - παραλιακή Σκάλα διαμορφώνει ένα παράδειγμα ανάστροφης ανάπτυξης, γνωστό και από άλλες περιοχές του νησιωτικού χώρου. Έτσι, ο οικιστικά αναπτυσσόμενος σε παλιότερες εποχές και μοναδικός οικισμός του νησιού, η Χώρα, μένει σήμερα (ή επιδιώκεται να μείνει) σχετικά στάσιμος, ενώ ο νεώτερος, η Σκάλα, εξελίσσεται σε έναν τυπικό παραλιακό σύγχρονο οικισμό με συνεχή ανάπτυξη.

E.O.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Asdrachas, S. I. (1972) Patmos entre l’Adriatique et la Méditerranée orientale pendant la deuxième moitié du XVIIIe siècle, d’après les registres de Pothitos Xénos, Παρίσι.

Ιακωβίδης, Χ. (1978) Χώρα Πάτμου 1088-1912. Το αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα μέσα από τους παράγοντες που το διαμόρφωσαν: Πέντε κτιριακά συγκροτήματα του οικισμού, Αθήνα.

Ολυμπίτου, Ε. (2002) Η οργάνωση του χώρου στο νησί της Πάτμου (16ος-19ος αιώνας), Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Παπαδόπουλος, Σ. Α. (1967) Πάτμος. Οδηγός του επισκέπτη, Αθήνα.

Παπαδόπουλος, Σ. Α. (1987) Μονή Ιωάννου Θεολόγου: Ιστορία και Τέχνη, Πάτμος.

Φατούρου, Κ. (1962) Πατμιακή αρχιτεκτονική. Η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων ως δείγμα χαρακτηριστικής πατμιακής τεχνοτροπίας, Αθήνα.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία