WEB_AERIAL_OINOUSSES

Φωτογραφία Ν.Δ., 2007.

WEB_MAP_OINOYSES

Οινούσσες, το μικρό νησί με τη μεγάλη ναυτιλιακή παράδοση

Σε πρώτο πλάνο στην αεροφωτογραφία, ο οικισμός των Οινουσσών αναπτύσσεται  με πυκνώσεις και αραιώσεις, ακολουθώντας το ανάγλυφο του εδάφους. Κυρίαρχο στοιχείο του οικισμού αποτελεί η εκκλησία. Σε δεύτερο πλάνο, βραχονησίδες του συμπλέγματος των Οινουσσών λειτουργούν σαν φυσική προστασία του λιμανιού. Το κάδρο ολοκληρώνεται με τις κορυφογραμμές της Χίου που διαγράφουν στον ορίζοντα το όριο μιας ευρύτερης οπτικής ενότητας που περιλαμβάνει  το νότιο τμήμα των  Οινουσσών και το βορειοανατολικό τμήμα της Χίου. Η αραιή, θαμνώδης βλάστηση των Οινουσσών που εκτείνεται στο μεγαλύτερο τμήμα του συμπλέγματος, δημιουργεί ενδιαφέρουσα αντίθεση με το γυμνό βραχώδες τοπίο της Χίου, στο οποίο εμφανίζεται βλάστηση τοπικά, στις στενές κοιλάδες που καταλήγουν απότομα στη θάλασσα και σχηματίζουν πολύ μικρές παραθαλάσσιες πεδιάδες.

Τοποθετημένες στο βορειοανατολικό άκρο της Χίου, οι Οινούσσες, ένα σύμπλεγμα εννέα μικρών νησιών και βραχονησίδων συνολικής έκτασης μόλις 17,5 τετραγωνικών χιλιομέτρων, μοιάζουν με φυσική γέφυρα που συνδέει τη Χίο με τη χερσόνησο της Ερυθραίας (βλ. Σχήμα 1 και Εικόνα 1). Το έδαφός τους είναι λοφώδες, με την ψηλότερη κορυφή να μην ξεπερνά τα 152 μέτρα. Οι βόρειες ακτές είναι βραχώδεις και δυσπρόσιτες τόσο από στεριά όσο και από θάλασσα, ενώ οι νότιες παρουσιάζουν έντονες κολπώσεις που τις διαδέχονται μικρές κοιλάδες με περιορισμένες καλλιέργειες αμπελιών. Στις καλλιέργειες αυτές αποδίδεται, σύμφωνα με μια εκδοχή, η ονομασία των νησιών, τα οποία, βάσει αναφορών του Ηρόδοτου και του Θουκυδίδη, κατοικούνταν κατά τους αρχαίους χρόνους.

Κατά το πρώτο μισό του 18ου αιώνα, το μεγαλύτερο από τα νησιά, η Οινούσσα ή Αιγινούσα, αποτέλεσε τόπο μονιμότερης εγκατάστασης ποιμένων και γεωργών από τη γειτονική Χίο, οι οποίοι μέχρι τότε κατοικούσαν το νησί εποχικά. Ο πρώτος οικισμός κτίστηκε στη νότια πλευρά του νησιού, στη θέση Κάστρο.

Από τις αρχές του 19ου αιώνα ο οικισμός επεκτάθηκε ανατολικότερα, προς το Μανδράκι, το οποίο μέχρι τότε χρησίμευε ως λιμάνι για την επικοινωνία με τη Χίο. Οι κάτοικοι έκτισαν εκκλησίες, οργανώθηκαν σε κοινότητα και εξέλεξαν δημογέροντες. Στα μέσα του 19ου αιώνα και ιδιαίτερα μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο (1853-1856), ξεκίνησε η ενασχόληση των Οινουσσιωτών με τη θάλασσα και ειδικότερα με την ιστιοφόρα ναυτιλία. Μέσα σε μια-δύο δεκαετίες συντελέστηκε η εντυπωσιακή μετάλλαξη μιας μικρής γεωργο-κτηνοτροφικής κοινωνίας σε υπολογίσιμη ναυτιλιακή δύναμη. Οι Οινουσσιώτες κατάφεραν να προσαρμοστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά στις ραγδαίες αλλαγές που σημειώθηκαν την εποχή εκείνη στο χώρο της ναυτιλίας - με κυριότερες την ίδρυση ναυτασφαλιστικών εταιριών και τη στροφή προς τον ατμό (βλ. Εικόνα 2). Η ενασχόληση με τη ναυτιλία συνεχίστηκε και τον επόμενο αιώνα και ανέδειξε τη ναυτοσύνη των Οινουσσιωτών πέρα από τα όρια του νησιού τους και τα σύνορα της χώρας. Η ευνοϊκή συγκυρία ως προς τις οικονομικές συνθήκες, ενισχυόμενη από την επιχειρηματικότητα των κατοίκων και την έντονη αλληλοβοήθεια που αναπτύχθηκε μεταξύ τους, συνέβαλε στην πρόοδο και την οικονομική άνθηση του νησιού. Η ακμή της περιόδου αποτυπώθηκε σε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής του νησιού: στην αρχιτεκτονική και τη διακόσμηση των νέων κατοικιών, στην οργανωμένη και συστηματική εκπαίδευση των νέων, στη διοικητική οργάνωση, στον πολιτισμό.

Οι Οινούσσες ενώθηκαν με την Ελλάδα το 1912. Με τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 εγκαταστάθηκαν στο νησί περισσότεροι από 1.000 πρόσφυγες, αριθμός ιδιαίτερα μεγάλος συγκρινόμενος με το γηγενή πληθυσμό. Η παρουσία των προσφύγων,  αν και δημιούργησε εντάσεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, συντέλεσε στην πληθυσμιακή τόνωση του νησιού και την αποφυγή του δημογραφικού μαρασμού (βλ. Εικόνες 3, 4 και 5). Την ίδια περίοδο οι πρώτοι Οινουσσιώτες εφοπλιστές εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο όπου ανέπτυξαν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο καταστράφηκε η πλειονότητα των οινουσσιώτικων πλοίων, ενώ δυσανάλογα μεγάλες ήταν και οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Σε ένδειξη αναγνώρισης της τεράστιας προσφοράς του νησιού, το 1952 ανεγέρθη το Μνημείο του Αφανούς Ναύτη, το πρώτο ανάλογο μνημείο στην ελληνική επικράτεια.

Μετά την απελευθέρωση αναπτύχθηκαν έντονα μεταναστευτικά ρεύματα, κυρίως προς την Αττική. Παράγοντες οικονομικοί (περιορισμένες ευκαιρίες απασχόλησης μετά τη μετεγκατάσταση των ναυτιλιακών γραφείων στον Πειραιά), κοινωνικοί (έλλειψη Γυμνασίου), πολιτικοί (ιδίως κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου), αλλά και γεωφυσικοί (σεισμοί του 1949), συνέβαλαν στη μείωση του πληθυσμού κατά περίπου 40% μέσα στη δεκαετία 1940-1951.

Η αναστροφή της τάσης αυτής και η πληθυσμιακή ανάκαμψη της περιόδου 1951-1961 αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στα κοινωφελή έργα που έγιναν με χορηγίες μεγάλων οινουσσιώτικων οικογενειών της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ, με σπουδαιότερο την ίδρυση του πρώτου Ναυτικού Γυμνασίου της Ελλάδας, το 1954. Το Ναυτικό Γυμνάσιο (χορηγία των Διαμαντή και Καλλιόπης Πατέρα) συγκέντρωσε μαθητές από όλη την Ελλάδα και συνέβαλε ουσιαστικά στην κατάρτιση άρτια εκπαιδευμένων και ικανών πληρωμάτων. Η ναυτική παιδεία αναβαθμίστηκε περαιτέρω με την ίδρυση, το 1965, της Σχολής Εμποροπλοιάρχων.

Η ιδιαίτερα επιτυχημένη παρουσία των Οινουσσιωτών εφοπλιστών στο διεθνές επιχειρηματικό προσκήνιο συνέβαλε στην ανάδειξη και προβολή του νησιού σε παγκόσμιο επίπεδο. Προσηλωμένη στις παραδόσεις του τόπου, βαθιά θρησκευόμενη, με έντονη αγάπη για το νησί και τους ανθρώπους του, η οινουσσιώτικη κοινωνία παραμένει κλειστή και δεμένη ακόμα και εκτός των συνόρων. Μεγάλες οινουσσιώτικες οικογένειες όπως, μεταξύ άλλων, οι οικογένειες Λεμού, Πατέρα, Χατζηπατέρα, Λιγνού, Νικολού, διαπρέπουν στην Αθήνα, το Λονδίνο και τις ΗΠΑ, εκφράζοντας, παράλληλα με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις τέχνες και τα γράμματα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2001, οι Οινούσσες αριθμούν 1.050 μόνιμους κατοίκους. Η διαχρονική εξέλιξη του μέσου ετήσιου ρυθμού\ αύξησης του πληθυσμού μοιάζει με ανάποδο Μ, αποτυπώνοντας τις έντονες αυξομειώσεις που σημειώθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο (βλ. Σχήμα 2). Η τάση αυτή είναι μοναδική στον ελλαδικό χώρο, όπως μοναδική είναι και η σχετικά νεανική ηλικιακή δομή του πληθυσμού, συγκρινόμενη με αυτούς άλλων ακριτικών νησιών.

Η συνεχιζόμενη πολιτιστική ανάπτυξη και πρόοδος του τόπου οφείλει πολλά στις δωρεές διακεκριμένων Οινουσσιωτών. Η ειλικρινής και ανιδιοτελής αγάπη τους για τη γενέτειρα είναι εμφανής σε κάθε σημείο του νησιού και μόνο σε αυτήν μπορεί να αποδοθεί η τόσο σημαντική, από ιστορικής και εθνικής πλευράς, διαδρομή αυτού του μικρού τόπου στην ελληνική ναυτιλία και τη ναυτική εκπαίδευση.

A.T.

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Ανδριώτης, Ν. (2005) Οινούσσες, Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού (http://www2.egeonet.gr/aigaio/forms/filePage.aspx?lemmaId=6881, πρόσβαση 20/05/2009).

C.M.T. Προοπτική ΕΠΕ (2006) Μελέτη αποτύπωσης του φυσικού, κοινωνικού και οικονομικού περιβάλλοντος στις Οινούσσες, Equal, Άξονας 2, Μέτρο 2.2, Αθήνα 2006.

ΕΣΥΕ Στοιχεία Απογραφών 1920, 1928, 1940, 1951, 1961, 1971, 1981, 1991, 2001.

Καθημερινή - Επτά Ημέρες (1999) "Οινούσσες- Αφιέρωμα", 27/06.

Οινούσσες: Η πατρίδα μας..., Ιστότοπος (http://www.oinousses.org, πρόσβαση 20/05/2009).

Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, Π.Ε.Π. Βορείου Αιγαίου 2000-2006.

pdf-icon Το τοπίο στη λογοτεχνία