WEB_AERIAL_NEST_A

Φωτογραφία Ν.Δ., 2004.

WEB_MAP_NESTOS

Ζώνη Α: Ορεινή ζώνη Φαλακρού όρους - Δυτικής Ροδόπης

Στην αεροφωτογραφία, σε πρώτο πλάνο, διακρίνουμε τη νέα γέφυρα που συνδέει τον οικισμό Ποταμοί με τη δυτική όχθη του Νέστου, αντικαθιστώντας την παλαιά, η οποία βρίσκεται στην πλημμυρισμένη έκταση μαζί με τμήμα του οδικού δικτύου. Διακρίνονται ακόμη τα πλημμυρισμένα τμήματα της κοιλάδας και οι – μικρής έκτασης – εναπομείνασες γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Στη μέση της φωτογραφίας φαίνεται ο οικισμός, που αναπτύσσεται σε υψόμετρο 380 μ. περίπου, ανάμεσα στον Νέστο και το σημαντικό ρέμα Δεσπάτη ποταμό, έναν από τους πολλούς απορροείς από τους οποίους τροφοδοτείται ο Νέστος στο ελληνικό έδαφος. Στο βάθος διακρίνονται υψώματα που ανήκουν στην οροσειρά της δυτικής Ροδόπης. Οι κορυφές που διακρίνονται στον συγκεκριμένο σχηματισμό φθάνουν από 1350 μ. έως 1600 μ. υψόμετρο και βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος.

Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνεται το τμήμα του ποταμού από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα έως το σύστημα των φραγμάτων Θησαυρού και Πλατανόβρυσης. Αναπτύσσεται σε βαθιές ορεινές κοιλάδες με απότομες κλίσεις πρανών. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η πλατιά κοιλάδα στην περιοχή των οικισμών Ποταμοί και Πέρασμα, όπου βρίσκονταν και οι πιο αποδοτικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Εκεί ο Νέστος μέσω των διαδικασιών απόθεσης και διάβρωσης έχει οδηγηθεί στη δημιουργία μαιανδρισμών, την πρόσχωση εκτάσεων και την παραγωγή νέων εδαφών. Πριν από την κατασκευή των φραγμάτων ο ποταμός αναπτυσσόταν σε υψόμετρα της τάξης των 250 μ. - 300 μ. (βλ. Σχήμα 1). Μετά το φράγμα, πέρα από την τεχνητή λίμνη έχει πλημμυρίσει μία ευρύτερη ζώνη, μήκους περί τα 50 χλμ. και μέσου πλάτους 250 μ. (το μέγιστο πλάτος ξεπερνά κατά τόπους τα 400 μ.) (βλ. Εικόνα 1), ενώ η μέση στάθμη των υδάτων ακολουθεί την ισοϋψή καμπύλη των 360 μ. (βλ. Εικόνα 2).  Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων στην περιοχή των οικισμών Ποταμοί και Πέρασμα. Ειδικά το Πέρασμα έχει μετατραπεί σε παραλίμνιο οικισμό, με το νερό να ακουμπά τα πρώτα σπίτια.

Τα οικοσυστήματα που αναπτύσσονται στην ευρύτερη περιοχή είναι ορεινού τύπου (βλ. Σχήμα 2). Στην οροσειρά της Ροδόπης περιλαμβάνουν μεγάλη ποικιλία δασικών ειδών, όπως η δρυς, η πεύκη, η ελάτη και η οξιά (βλ. Εικόνα 3). Στην περιοχή βόρεια του οικισμού Ποταμοί έχουμε το νοτιότερο σημείο στην Ευρώπη όπου διατηρείται ένα συμπαγές και εκτεταμένο δάσος σημύδας. Επίσης χαρακτηριστικό είναι και το συμπαγές δάσος της Ελατιάς (ερυθρελάτη) βόρεια του Σιδηρόνερου. Οι δασικές περιοχές στο Φαλακρό όρος περιλαμβάνουν κυρίως μαύρη πεύκη και μακία βλάστηση (βλ. Εικόνα 4). Ψηλότερα από τα 1500 μ., στις κορυφές του βουνού, απαντάται ελάχιστη δενδρώδης βλάστηση και – μόλις υποχωρούν τα χιόνια – δημιουργούνται λιβάδια στα οποία παρατηρείται έντονη κτηνοτροφική δραστηριότητα. Μαρτυρίες άλλωστε επιμένουν ότι και στις υπόλοιπες ορεινές περιοχές, πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κυριαρχούσαν οι βοσκότοποι, ενώ τα δάση ήταν περιορισμένα. Στη συνέχεια, με την εγκατάλειψη τόσο της κτηνοτροφικής δραστηριότητας όσο και των ορεινών οικισμών, οι βοσκότοποι δασώθηκαν παρουσιάζοντας τη σημερινή εικόνα.

Η άγρια πανίδα της περιοχής είναι σημαντική. Έχει καταγραφεί η παρουσία της αρκούδας, του λύκου, του τσακαλιού, του αγριόγατου, της αλεπούς, του αγριογούρουνου (βλ. Εικόνα 5), του ελαφιού, του ζαρκαδιού και του αγριόγιδου. Οι δασικές εκτάσεις φιλοξενούν βέβαια πλήθος άλλων μικρότερων ειδών. Αντίστοιχα σημαντική είναι και η παρουσία της ορνιθοπανίδας, με σημαντικότερους εκπροσώπους τούς αετούς και τα γερακοειδή, ενώ έχει αναφερθεί και η παρουσία του γύπα. Μετά την κατασκευή των φραγμάτων έχουν διαταραχθεί σε σημαντικό βαθμό οι συνθήκες φωλιάσματος και τροφοληψίας, τόσο για τα ζώα όσο και για τα πουλιά, καθώς έχουν εκλείψει οι ομαλές γραμμικές ζώνες των παραποτάμιων εκτάσεων. Παρ’ όλα αυτά, σε αρκετά σημεία της κοιλάδας στην περιοχή των οικισμών Ποταμοί και Πέρασμα, όπου δημιουργούνται λίμνες με σχετικά μικρό βάθος και ομαλές όχθες, έχουν παρατηρηθεί εποχιακές συγκεντρώσεις παρυδάτιων πουλιών, τα οποία κανονικά δεν απαντώνται στον άνω ρου των ποταμών.

Οι ανθρώπινες, παραγωγικές δραστηριότητες στην ορεινή ζώνη περιορίζονται στη γεωργία, την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Και στις δραστηριότητες αυτές πάντως δεν παρατηρείται κάποια ιδιαίτερη ένταση. Η γεωργία ασκείται αναγκαστικά στις εκτάσεις που απόμειναν μετά το πλημμύρισμα των κοιλάδων. Η κτηνοτροφία είναι περιορισμένη λόγω της εγκατάλειψης των περιοχών από τους κατοίκους τους. Παρ’ όλα αυτά, στους υφιστάμενους βοσκότοπους παρατηρούνται φαινόμενα υπερβόσκησης. Η υλοτομία, τουλάχιστον στην περιοχή αυτή, γίνεται με ήπιες μεθόδους, λόγω περιορισμών που τίθενται από το φυσικό ανάγλυφο και τις καιρικές συνθήκες. Έτσι, η δραστηριότητα περιορίζεται σε ορισμένους μήνες το χρόνο. Επίσης η πρόσβαση στις περιοχές υλοτομίας, λόγω της έλλειψης δρόμων και του δύσβατου των περιοχών, γίνεται με υποζύγια και μεταφόρτωση σε φορτηγά σε επιλεγμένες θέσεις. Αυτή η μέθοδος εξηγεί το γεγονός ότι συνεχίζεται η εκτροφή μουλαριών και αλόγων. Στις ανατολικές υπώρειες του Φαλακρού όρους και συγκεκριμένα στους οικισμούς Βώλακας και Γρανίτης αναπτύσσεται σταδιακά χειμερινός τουρισμός σε άμεση σύνδεση με το χιονοδρομικό κέντρο του βουνού (βλ. Εικόνα 6). Άλλωστε και οι δύο οικισμοί βρίσκονται πάνω στο βασικό οδικό δίκτυο που συνδέει την πόλη της Δράμας με το Νευροκόπι, το οποίο παραμένει “ανοικτό” ανεξαρτήτως συνθηκών. Αυτή όμως η δραστηριότητα δε φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά τους υπόλοιπους οικισμούς. Από τους οικισμούς της λεκάνης απορροής του Νέστου οι Ποταμοί διαθέτουν ένα δημοτικό ξενώνα και το Σιδηρόνερο δύο ξενοδοχεία μικρής δυναμικότητας. Βορειότερα από το Σιδηρόνερο υπάρχει και το “δασικό χωριό” της Ελατιάς. Στο σύνολό της, όμως, η επισκεψιμότητα αυτών των καταλυμάτων είναι μικρή, καθώς, αφού δεν υπάρχει άμεση σύνδεσή τους με το χιονοδρομικό κέντρο και έτσι αναφέρονται μόνο σε εναλλακτικές τουριστικές δραστηριότητες.

Στην ορεινή αυτή ζώνη εντοπίζονται δύο βασικές συγκεντρώσεις ενεργών οικισμών (βλ. Σχήματα 3 και 4). Η πρώτη αναπτύσσεται βόρεια και περιλαμβάνει τους οικισμούς Ποταμοί (413 κάτοικοι), Πέρασμα (28 κάτ.), Μικροκλεισούρα (119 κάτ.) και Μικρομηλιά (62 κάτ.). Στο σύνολό της η ενότητα αυτή ανήκει στον Δήμο Κάτω Νευροκοπίου του Νομού Δράμας. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι όλοι οι ενεργοί οικισμοί του δήμου αναπτύσσονται στην ουσία πάνω στον άξονα Δράμα - Κάτω Νευροκόπι - Ποταμοί, ο οποίος κινείται στα βορειοανατολικά του όρους Φαλακρό και μέχρι το Κάτω Νευροκόπι έχει πολύ καλά χαρακτηριστικά. Στην πορεία του ο άξονας αυτός συναντά και άλλους οικισμούς – σημαντικότερος από τους οποίους είναι το Παγονέρι – οι οποίοι όμως βρίσκονται εκτός της λεκάνης απορροής του Νέστου. Αντίστοιχα, η δεύτερη οικιστική συγκέντρωση αναπτύσσεται κατά μήκος του δεύτερου άξονα που οδηγεί από την πόλη της Δράμας προς τον ορεινό όγκο και καταλήγει συγκεκριμένα στο Σιδηρόνερο. Οι οικισμοί της ενότητας αυτής είναι το Σιδηρόνερο (206 κάτοικοι) (βλ. Εικόνα 7), το Καλλίκαρπο (50 κάτ.), το Οροπέδιο (40 κάτ.) και οι Παππάδες (50 κάτ.), συγκροτούν δε την κοινότητα Σιδηρόνερου του Νομού Δράμας. Πρέπει όμως να παρατηρήσουμε ότι, στην πραγματικότητα, οι οικισμοί που αριθμούν κάτω από 50 κατοίκους βρίσκονται πολύ κοντά στην εγκατάλειψή τους, αν δεν έχουν ήδη εγκαταλειφθεί. Στο επίπεδο των κοινωνικών και διοικητικών υποδομών οι Ποταμοί διαθέτουν δημοτικό σχολείο, ενώ για τις υπόλοιπες ανάγκες τους εξυπηρετούνται κατά σειρά από το Κάτω Νευροκόπι και τη Δράμα. Το Σιδηρόνερο δε διαθέτει κανένα σχολείο (ενώ είναι έδρα κοινότητας) και έχει ακόμη δασονομείο, αστυνομικό τμήμα και ταχυδρομείο. Για τις υπόλοιπες ανάγκες τους οι κάτοικοι μπορούν να εξυπηρετηθούν μόνο στη Δράμα. Οι υπόλοιποι οικισμοί δεν διαθέτουν κανενός είδους κοινωνικές ή διοικητικές υποδομές.

Όπως είδαμε, υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στους σημαντικότερους οικισμούς και στη χάραξη του οδικού δικτύου. Πράγματι, το δίκτυο είχε στόχο να ενώσει τους σημαντικότερους οικισμούς με την πόλη της Δράμας. Έτσι, έχουμε δύο γραμμικούς άξονες στα βορειοανατολικά και τα νοτιοανατολικά του όρους Φαλακρό που αποτελεί και το μεγαλύτερο φυσικό εμπόδιο ανάμεσα στους ορεινούς οικισμούς και τη Δράμα. Αντίθετα, το υπόλοιπο οδικό δίκτυο που ένωνε τους ορεινούς οικισμούς μεταξύ τους, παρά το ότι εμφαίνεται σε διάφορους χάρτες, αφέθηκε να απαξιωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε σήμερα να μην αναγνωρίζεται, καθώς έχει πια σε μεγάλο βαθμό ανακαταληφθεί από τη φύση, όπως άλλωστε και οι ερειπωμένοι σήμερα οικισμοί. Για το υφιστάμενο οδικό δίκτυο η κατασκευή και λειτουργία των φραγμάτων είχε θετικές συνέπειες. Ενόψει του πλημμυρίσματος των ορεινών κοιλάδων, κρίθηκε απαραίτητο να αποκατασταθούν οι συνδέσεις, με την κατασκευή κοιλαδογεφυρών. Αυτές αντικατέστησαν τις παλαιές γέφυρες οι οποίες βρίσκονταν σε πολύ χαμηλό σημείο και η διάβασή τους γινόταν μετά από κάθοδο στην βάση της κοιλάδας (κάθοδος απότομη, με συνεχείς στροφές, που συνοδεύονταν από αντίστοιχα δύσκολη άνοδο μετά το πέρασμα). Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις της γέφυρας στους Ποταμούς και αυτή της σύνδεσης του Σιδηρόνερου, όπου δύο συνεχόμενες γέφυρες στο φρύδι του πρανούς της κοιλάδας αντικατέστησαν την παλαιά δύσκολη διαδρομή. Ακόμη, οι εργοταξιακοί δρόμοι που δημιουργήθηκαν για να υποστηρίξουν την κατασκευή των φραγμάτων λειτούργησαν στη συνέχεια ως μέρος του οδικού δικτύου.

Όπως μπορεί να παρατηρήσει κανείς στον σχετικό χάρτη, ανάμεσα στις δύο οικιστικές συγκεντρώσεις που περιγράψαμε υπήρχε μία πλειάδα οικισμών τόσο στο τμήμα που βρίσκεται νότια όσο και σ’ αυτό που βρίσκεται βόρεια του Νέστου. Από αυτούς πολλοί εγκαταλείφθηκαν ήδη από την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων λόγω των πιέσεων των Βούλγαρων. Οι περισσότεροι, πάντως, εγκαταλείφθηκαν την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ή του εμφυλίου αμέσως μετά. Λιγότεροι εγκαταλείφθηκαν την περίοδο 1951-1981, στη φάση της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, και μόνο ένας (το Δέλτα στο δημοτικό διαμέρισμα Ποταμών) την περίοδο 1981-2001. Γενικότερα, το σύνολο των οικισμών της ορεινής ζώνης του Νομού Δράμας την περίοδο 1961-1981 βίωσε συνθήκες σημαντικής πληθυσμιακής μείωσης, της τάξης του 50% έως 100% (βλ. Σχήμα 5). Από αυτούς που ανήκουν στη λεκάνη απορροής μόνο οι Ποταμοί περιόρισαν σχετικά τις απώλειές τους (-47%). Την επόμενη εικοσαετία (1981-2001) οι οικισμοί που δεν εγκαταλείφθηκαν παρουσίασαν πληθυσμιακή σταθερότητα και, σε κάποιες περιπτώσεις, μικρότερη ή μεγαλύτερη αύξηση (βλ. Σχήμα 6). Οι Ποταμοί, την εικοσαετία αυτή, παρουσίασαν μία αύξηση της τάξης του 4%. Αντίθετα, το Σιδηρόνερο εμφάνισε μείωση της τάξης του 5%. Πάντως δε φαίνεται να καρπώθηκαν κάποιο σημαντικό ποσοστό από την επιστροφή των μεταναστών και βέβαια δεν κατέληξαν σ’ αυτούς τους οικισμούς κάποιοι από του παλιννοστούντες ελληνικής καταγωγής από τις χώρες του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Τα δύο αυτά ρεύματα είναι οι βασικές αιτίες συγκράτησης ή και αύξησης του πληθυσμού της Θράκης. Χαρακτηριστικά, το αστικό κέντρο της περιοχής, η πόλη της Δράμας, παρουσίασε πληθυσμιακή αύξηση 10,7% την εικοσαετία 1951-1971, καθώς καρπώθηκε μέρος της εσωτερικής μετανάστευσης (από τα χωριά στα αστικά κέντρα) παρ’ όλο που και η ίδια έχασε κόσμο προς τα μεγάλα αστικά κέντρα και το εξωτερικό. Αντίστοιχα, την επόμενη εικοσαετία κέρδισε περίπου 18% καθώς αποτέλεσε τόπο εγκατάστασης για το μεγαλύτερο μέρος των παλιννοστούντων στον νομό.

Γ.Π. και Α.Δ.


 

Εισαγωγή

Τα τοπία του Νέστου ποταμού

 

 

Ζώνη B

Υδροηλεκτρικά φράγματα Θησαυρού και Πλατανόβρυσης

 

Ζώνη Γ

Κεντρική ημιορεινή ενότητα Παρανεστίου-Σταυρούπολης

 

 

Ζώνη Δ

Στενά Νέστου (Θρακικά Τέμπη)

 

 

Ζώνη Ε

Πεδιάδα και Δέλτα του Νέστου

 

 

Επίλογος

Τα επτά τοπία του Νέστου