WEB_AERIAL_NEST_E

Φωτογραφία Ν.Δ., 2003.

WEB_MAP_NESTOS

Ζώνη Ε: Πεδιάδα και Δέλτα του Νέστου

Στην αεροφωτογραφία φαίνεται σε πρώτο πλάνο η κατάληξη του κύριου κλάδου του ποταμού στη θάλασσα. Μία μικρή λουρονησίδα, αποτέλεσμα της συνδυασμένης δράσης του ποταμού και των θαλάσσιων ρευμάτων, τείνει να δημιουργήσει νέα εδάφη και να στρέψει τον ποταμό (η αέναη φυσική διεργασία των αποθέσεων και των μαιανδρισμών) (βλ. Εικόνα 1). Στο εσωτερικό, κατά μήκος των όχθεων, διακρίνουμε τμήματα δάσους, είτε φυσικού (απομεινάρια του υδροχαρούς δάσους του Κοτζά-Ορμάν) είτε τεχνητού (μέσω αναδασώσεων). Στα αριστερά φαίνεται η διαμόρφωση των όχθεων του Δέλτα έως την περιοχή της Κεραμωτής. Μικρότεροι κλάδοι του ποταμού καταλήγουν στη θάλασσα, δημιουργώντας λιμνοθάλασσες και βάλτους. Στο εσωτερικό αναγνωρίζουμε την πλατιά επίπεδη έκταση που καταλαμβάνεται από γεωργικές καλλιέργειες (βλ. Σχήμα 1).

Με την έξοδό του από τα Στενά, ο Νέστος περνά από την περιοχή της Γαλάνης, συναντά ένα μικρό αρδευτικό φράγμα και στη συνέχεια περνάει κάτω από τις γέφυρες της παλαιάς Εθνικής Οδού Καβάλας - Ξάνθης και της Εγνατίας Οδού.

Η πεδινή ζώνη αποτελεί – σε γεωλογικούς χρόνους – δημιούργημα του Νέστου, μέσω των προσχώσεων με φερτές ύλες (αλουβιακές αποθέσεις) από τον άνω ρου και από το σκάψιμο των σκληρών πετρωμάτων του ορεινού όγκου (βλ. Σχήμα 2). Στο σύνολό του ο δελταϊκός σχηματισμός έχει ως δυτικό όριο τις νότιες υπώρειες των ορέων της Λεκάνης, στην περιοχή της Νέας Καρβάλης, πολύ κοντά στην πόλη της Καβάλας, και ως ανατολικό όριο τη λοφοσειρά που εκτείνεται από τους Τοξότες έως τα Άβδηρα του Νομού Ξάνθης. Τυπικά η έκτασή του θεωρείται ότι φτάνει τα 500.000 στρέμματα και ότι η ακτογραμμή του φτάνει σε ανάπτυγμα τα 50 χλμ.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, προς τα ανατολικά, όλη η έκταση έως τις λιμνοθάλασσες Βιστωνίδα και Ισμαρίδα (Μητρικού), στο Νομό Κομοτηνής, αποτελεί ένα ενιαίο σύστημα δημιουργημένο από τη συνδυασμένη δράση ενός πολύ μεγάλου αριθμού ποταμών (ποταμοί Νέστος, Κόσυνθος ή Ξάνθης, Κομψάτος, Ξηροπόταμος, Μπόσπος, Φιλιούρης κ.ά.) και ακόμη περισσότερων ρεμάτων που ξεκινούν από τον ορεινό όγκο της Ροδόπης και εκβάλλουν στο Θρακικό Πέλαγος. Στην επαφή με το θαλάσσιο μέτωπο, από το συνδυασμό της προσχωσιακής δράσης των ποταμών και της διαβρωτικής της θάλασσας, δημιουργούνται λιμνοθάλασσες. Τυπικά και εδώ, οι μικρές και μεγάλες λιμνοθάλασσες του Δέλτα φτάνουν τις 27. Στην πραγματικότητα όμως, στο σύνολό τους οι λιμνοθάλασσες του συμπλέγματος είναι πολύ περισσότερες. Η αναγνώριση αυτής της φυσικής ενότητας και της σημασίας της, έχει οδηγήσει από το 1996 στη δημιουργία του Εθνικού Πάρκου Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, το οποίο καταλαμβάνει στο σύνολό του έκταση 148.000 εκταρίων και αποτελεί τη μεγαλύτερη χερσαία προστατευόμενη περιοχή της χώρας (βλ. Σχήμα 3). Στην ουσία το πάρκο ενοποιεί τις προστατευόμενες από τη συνθήκη Ramsar περιοχές Δέλτα Νέστου, λ. Βιστωνίδα και λ. Μητρικού. Τρεις, δηλαδή, από τις συνολικά 11 περιοχές Ramsar της χώρας (η τέταρτη, που ανήκει επίσης στη Θράκη – το Δέλτα του Έβρου – απέχει περίπου 50 χλμ. σε ευθεία γραμμή από τη λ. Μητρικού).

Η οικολογική σημασία του Δέλτα του Νέστου είναι τεράστια (βλ. Σχήμα 4). Οι επιμέρους βιότοποι που δημιουργούνται στο Δέλτα είναι όλων των τύπων που απαντώνται στους υγροτοπικούς σχηματισμούς (λιμνοθάλασσες, γλυκόβαλτοι, αλμυρόβαλτοι, καλαμιώνες, αμμοθίνες κ.ά.) (βλ. Σχήμα 5). Στην παραποτάμια ζώνη  διατηρείται ακόμα ένα μικρό τμήμα του υδροχαρούς δάσους του Κοτζά-Ορμάν (130.000 στρ.) (βλ. Εικόνα 2). Το δάσος αυτό φαίνεται πως αποτελούσε ένα από τα μεγαλύτερα (Κοτζά-Ορμάν στα τούρκικα σημαίνει Τρανό Δάσος) και ομορφότερα υδροχαρή δάση στην Ευρώπη. Τα κυριότερα από τα είδη των δέντρων που περιλαμβάνει είναι η άσπρη και η μαύρη λεύκα, η πεδινή φτελιά, ο σφένδαμος, η δρυς και η ολότριχος μελία (φράξος, αγριοπασχαλιά) που, σε πυκνές συστάδες, απαντάται μόνο στο συγκεκριμένο δάσος. Πέρα όμως από το δάσος, και η υπόλοιπη φυσική φυτοκοινωνία του Δέλτα είναι εξαιρετικά σημαντική. Το σύνολο του χώρου, με τους επιμέρους βιότοπους και τη βλάστηση, αποτελεί ενδιαίτημα ενός μεγάλου αριθμού ειδών πανίδας και  ορνιθοπανίδας. Άλλωστε, η ποικιλία των ειδών ορνιθοπανίδας και ο αριθμός των ατόμων κάθε είδους αποτελούν δείκτη υγείας του οικοσυστήματος και κριτήριο για την ένταξη στις προστατευόμενες περιοχές. Στο Δέλτα του Νέστου αναφέρεται η ύπαρξη 300 ειδών, πολλά από τα οποία ανήκουν στα απειλούμενα.

Πιέσεις προς το οικοσύστημα του Δέλτα του Νέστου ασκούνται κυρίως από τον πρωτογενή τομέα. Τα εύφορα εδάφη ήταν σχετικά εύκολο να αποδοθούν σε καλλιέργειες. Η περίοδος εντονότερων παρεμβάσεων, που μετέτρεψαν το άγριο φυσικό τοπίο σε γεωργική γη, έλαβαν χώρα τη δεκαετία του '50. Αλλά και τα επόμενα χρόνια, έως το 1985, έγγειες βελτιώσεις και γεωργικοί αναδασμοί συνέχισαν να μεταβάλλουν το τοπίο σε ολοένα και πιο ανθρωπογενές (βλ. Εικόνα 3).

Όπως φαίνεται στην Εικόνα 1, τα δένδρα του υδροχαρούς δάσους κόπηκαν και το δάσος περιορίστηκε σε μία στενή λωρίδα γης εκατέρωθεν του ποταμού. Από εκεί και πέρα τα λιμνάζοντα και τρεχούμενα ύδατα, οι βάλτοι και οι καλαμιώνες, “εξυγιάνθηκαν” με αποστραγγιστικά και αρδευτικά κανάλια, ενώ ελέγχθηκαν και οι πλημμύρες του ποταμού, κυρίως μέσω των φραγμάτων που βρίσκονται στα ανάντι. Η ποσότητα των υδάτων έχει μειωθεί, καθώς, ειδικά μετά τα Τέμπη, χρησιμοποιούνται για άρδευση των γεωργικών εκτάσεων. Στο εσωτερικό του ποταμού δημιουργούνται προσχωσιγενή νησάκια. Στη δυτική όχθη, μετά από μία λεπτή ζώνη φυσικής βλάστησης, βλέπουμε τις αναδασώσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της διαχείρισης του υγροτόπου (βλ. Εικόνα 4).

Η πεδινή – γεωργική – ζώνη του Νέστου χωρίζεται από το ίδιο το ποτάμι σε δυτική και ανατολική πλευρά. Η δυτική ανήκει διοικητικά στο Νομό Καβάλας και η ανατολική στο Νομό Ξάνθης, καθώς ο Νέστος στη θέση αυτή λειτουργεί ως όριο των δύο νομών. Στη δυτική περιοχή έχουμε σχεδόν αποκλειστικά καλλιέργεια καλαμποκιού (βλ. Εικόνα 5). Στην ανατολική κυριαρχεί επίσης το καλαμπόκι αλλά υπάρχει και καλλιέργεια μηδικής και, μέχρι πρόσφατα, καλλιέργεια βιομηχανικής τομάτας. Η τελευταία εγκαταλείπεται σταδιακά μετά τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Σ.Ε.Β.Α.Θ. (Συνεταιριστική Εταιρεία Βιομηχανικής Αναπτύξεως Θράκης), η οποία αποτελούσε και τον κύριο αγοραστή του προϊόντος. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο κλάδος της αλιείας - ιχθυοπαραγωγής καθώς στην ιδιαίτερη μορφή της ασκείται σε όλες σχεδόν τις λιμνοθάλασσες του Δέλτα. Στην πραγματικότητα οι λιμνοθάλασσες λειτουργούν ως φυσικά ιχθυοτροφεία. Τα διβάρια που εκμεταλλεύονται οι αλιευτικοί συνεταιρισμοί της περιοχής συνιστούν ένα στοιχειώδη εκσυγχρονισμό μίας πανάρχαιας, απλής τροφοσυλλεκτικής μεθόδου. Η δραστηριότητα αυτή δεν φαίνεται να επιβαρύνει το περιβάλλον, αν και πολλές φορές εξαιτίας της υπεραλίευσης έχει υπάρξει ανάγκη τεχνητού εμπλουτισμού των λιμνοθαλασσών με διάφορα είδη ψαριών. Τέλος, στην πεδινή περιοχή υφίσταται έντονη δραστηριότητα υλοτομίας και συγκεκριμένα καλλιέργειας συγκεκριμένων ειδών (λεύκα, οξιά) που προορίζονται για υλοτομία (βλ. Εικόνα 6).

Ο δευτερογενής τομέας στην άμεση ζώνη επιρροής του ποταμού είναι πρακτικά ανύπαρκτος. Αλλά και σε μία ευρύτερη ζώνη δεν παρουσίαζε ποτέ ιδιαίτερη δυναμική, ενώ τα τελευταία χρόνια εμφανίζει σταθερή πορεία συρρίκνωσης. Στην ανατολική περιοχή, μία συγκέντρωση βιοτεχνικών δραστηριοτήτων παρατηρείται κατά μήκος της παλαιάς Εθνικής Οδού από τους Τοξότες έως την πόλη της Ξάνθης, έξω από τη ζώνη επιρροής του Νέστου. Στην περιοχή του Νομού Καβάλας, στα όρια του Δέλτα και εκατέρωθεν του οικισμού της Νέας Καρβάλης υπάρχει η Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων, ο χώρος αποθήκευσης και διύλισης πετρελαιοειδών, και το ΒΙΟ.ΠΑ., η λειτουργία του οποίου, όμως, δεν έχει ξεκινήσει. Επίσης, στη θέση αυτή έχει κατασκευαστεί και λειτουργεί μερικώς το νέο εμπορικό λιμάνι “Φίλιππος Β΄”. Ένα μικρότερο λιμάνι – περισσότερο αλιευτικό καταφύγιο – υπάρχει στην Κεραμωτή, σε οργανικό τμήμα του Δέλτα, πολύ κοντά στον Νέστο. Η κίνηση πάντως από το λιμάνι αυτό περιορίζεται στη σύνδεση με τη Θάσο, μέσω μικρών ferry–boats. Στην περιοχή της Χρυσούπολης, πάνω στις ελώδεις εκτάσεις του παραλιακού μετώπου υφίσταται και το διεθνές αεροδρόμιο “Μέγας Αλέξανδρος” της Καβάλας.

Οι τουριστικές δραστηριότητες στην περιοχή του Δέλτα του Νέστου περιορίζονται στην ουσία σε επισκέψεις στις παραλίες για ημερήσια αναψυχή κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών. Λίγο μεγαλύτερη είναι η κίνηση στον οικισμό και τις παραλίες της Κεραμωτής, στο Νομό Καβάλας, όπου υφίσταται και θέρετρο αξιωματικών, και στην παραλία των Μαγγάνων του Νομού Ξάνθης όπου υπάρχει ένα κάμπινγκ. Γενικά, η μορφολογία των ακτών (ακτές με λιμνοθάλασσες και καλαμιώνες, θάλασσες αβαθείς σε πολύ μεγάλες αποστάσεις από την ακτή) δεν φαίνεται να ασκούν σημαντική ελκτική δύναμη. Σημαντικό αποτρεπτικό ρόλο, βέβαια, πρέπει να έχουν παίξει και οι όροι προστασίας, σύμφωνα με την κατά Ramsar οριοθέτηση της περιοχής.

Στην πεδινή περιοχή, το υπερτοπικό οδικό δίκτυο αποτελείται από την Εγνατία αλλά και την παλαιά Εθνική Οδό, οι οποίες κινούνται σχεδόν παράλληλα μεταξύ τους, στο βόρειο όριο του Δέλτα. Στο κομμάτι της Καβάλας, παρακολουθούν τις υπώρειες των ορέων της Λεκάνης με κατεύθυνση από νότο προς τα βορειοανατολικά. Στη συνέχεια διασχίζουν τον Νέστο σε διαφορετικές θέσεις και συνεχίζουν προς Ξάνθη με κατεύθυνση ανατολική. Η Εγνατία Οδός είναι κλειστός αυτοκινητόδρομος και διέρχεται σε απόσταση από τις υφιστάμενες πόλεις, τους οικισμούς και τις ιδιαίτερες χρήσεις. Το τοπικό δίκτυο στην πεδινή ζώνη είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο. Αυτό συμβαίνει γιατί χαράχθηκε, ως οργανικό μέρος των εγγείων βελτιώσεων, παράλληλα με το σύστημα των αρδευτικών και αποστραγγιστικών καναλιών. Έτσι, οι οικισμοί της πεδινής ζώνης έχουν πολλαπλές συνδέσεις μεταξύ τους αλλά και με την παλαιά Εθνική Οδό. Οι συνδέσεις της Εγνατίας Οδού με το τοπικό δίκτυο γίνονται σε περιορισμένες θέσεις μέσω κόμβων (βλ. Σχήμα 6).

Τόσο στα δυτικά όσο και στα ανατολικά του ποταμού έχουμε τη συγκέντρωση ενός σημαντικού αριθμού “ρωμαλέων” οικισμών. Στα δυτικά, κέντρο της πεδινής αγροτικής ζώνης πρέπει να θεωρηθεί η Χρυσούπολη (8.000 κάτοικοι). Σε αυτήν, άλλωστε, βρίσκεται και το σύνολο των διοικητικών και κοινωνικών υποδομών της πεδινής περιοχής. Αυτό, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί οικισμοί, οι οποίοι όμως στερούνται τις απαραίτητες υποδομές (Χρυσοχώρι 1.793 κάτ., Νέα Καρυά 1.734 κάτ., Αγίασμα 1.158 κάτ., Πηγές 1.031 κάτ., Κεραμωτή 1.228 κάτ.). Στα ανατολικά, τέσσερις οικισμοί συγκροτούν την καρδιά της περιοχής. Το Εύλαλο (889 κάτ.), το Ηλιοκέντημα (1.126), το Άβατο (1.258) και το Νέο Εράσμιο (1.053). Από αυτούς, το Εύλαλο συγκεντρώνει τις – πενιχρές, έτσι κι αλλιώς – υποδομές (δημοτικό, γυμνάσιο, αγροτικό ιατρείο, δημαρχείο, δασαρχείο, αστυνομία). Στην ανατολική παρανέστια πεδινή ζώνη, μέσα στις εναπομείνασες φυσικές εκτάσεις, συναντά κανείς ένα συγκρότημα που, στις επίσημες στατιστικές και στους χάρτες, εμφανίζεται με το περίεργο όνομα “Ραδιοσταθμός” (είχε καταγραφεί στην απογραφή του 1981 με πληθυσμό 26 κάτ.). Πρόκειται για τον ραδιοσταθμό “Φωνή της Αμερικής” (βλ. Εικόνα 7). Η εγκατάστασή του στην περιοχή, σε συνδυασμό με τα μέτρα ασφαλείας που ίσχυαν σε μία ευρύτερη ζώνη, είναι πιθανό πως ευθύνεται για τη διατήρηση αυτής τουλάχιστον της φυσικής ζώνης στην περιοχή.

Σε σχέση με τις υπόλοιπες παρανέστιες περιοχές, στην πεδινή ζώνη οι συνθήκες ως προς τις οικιστικές συγκεντρώσεις φαίνεται πως αντιστρέφονται. Και αυτό τόσο ως προς το πλήθος και τα μεγέθη των ζωντανών οικισμών, όσο και ως προς τις διαχρονικές μεταβολές των πληθυσμιακών μεταβολών. Συγκεκριμένα, την πρώτη περίοδο που εξετάζουμε (1961-1981) ελάχιστοι είναι οι πεδινοί οικισμοί που παρουσιάζουν πληθυσμιακή μείωση. Αντίθετα δηλαδή από ό,τι είχαμε δει στις ορεινές περιοχές της λεκάνης απορροής του Νέστου, ή ακόμη και από τους οικισμούς που βρίσκονται στα όρια του Δέλτα και της πεδιάδας, στους πρόποδες των ορέων της Λεκάνης, κατά μήκος της παλαιάς (της μόνης τότε) Εθνικής Οδού. Στην πεδινή ζώνη οι περισσότεροι οικισμοί διατηρούν τον πληθυσμό τους και αρκετοί παρουσιάζουν αύξηση της τάξης του 10%-30%. Στη Χρυσούπολη ο πληθυσμός αυξάνεται κατά 23,2%, στην Κεραμωτή κατά 30,7%, όσο και στη Νέα Καρβάλη. Στην ανατολική περιοχή ο πληθυσμός στο Εύλαλο αυξάνεται κατά 23,6% και στο Ηλιοκέντημα κατά 17,5%. Αυτή η μεταβολή αποδεικνύει ότι την περίοδο της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, οι μεγαλύτεροι από τους οικισμούς της πεδινής ζώνης εμφανίζουν δυναμική υποδοχέα για πληθυσμούς από τις ορεινές περιοχές οι οποίοι δεν επιλέγουν να εγκατασταθούν σε κάποιο αστικό κέντρο. Ας σημειωθεί ότι την ίδια περίοδο η πόλη της Καβάλας παρουσιάζει αύξηση κατά 26% και η πόλη της Ξάνθης κατά 22%.

Αντίστοιχα, την περίοδο 1981-2001 οι πεδινοί οικισμοί διατηρούν με μικρές αυξομειώσεις τον πληθυσμό τους, ενώ τα “αγροτικά κέντρα” του κάμπου συνεχίζουν να εμφανίζουν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, αυξητική δυναμική. Στη Χρυσούπολη ο πληθυσμός αυξάνεται κατά 12,4%, στην Κεραμωτή κατά 38%, στη Νέα Καρβάλη κατά 35,2%, στο Εύλαλο κατά 21,4% και στο Άβατο κατά 20%. Αυτές οι τάσεις δείχνουν μία ανακατανομή πληθυσμού ανάμεσα στα ορεινά και τα πεδινά, αλλά τελικά μία συγκράτηση του αγροτικού πληθυσμού στην περιοχή, τουλάχιστον εκεί όπου έχει οργανωθεί το σύγχρονο μοντέλο γεωργικής εκμετάλλευσης, στηριζόμενο σε ένα συνδυασμό γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών (μεγάλες, επίπεδες, εύφορες εκτάσεις) και τεχνικών εντατικοποίησης της καλλιέργειας.

Γ.Π. και Α.Δ.


 

Εισαγωγή

Τα τοπία του Νέστου ποταμού

 

 

Ζώνη Α

Ορεινή ζώνη Φαλακρού όρους- Δυτικής Ροδόπης

 

 

Ζώνη B

Υδροηλεκτρικά φράγματα Θησαυρού και Πλατανόβρυσης

 

Ζώνη Γ

Κεντρική ημιορεινή ενότητα Παρανεστίου-Σταυρούπολης

 

 

Ζώνη Δ

Στενά Νέστου (Θρακικά Τέμπη)

 

 

Επίλογος

Τα επτά τοπία του Νέστου