WEB_AERIAL_C

Φωτογραφία Γ.Π και Α.Δ., 2009.

WEB_MAP_NESTOS

Ζώνη Γ: Κεντρική ημιορεινή ενότητα Παρανεστίου - Σταυρούπολης

Στη φωτογραφία, το σημείο λήψης της οποίας βρίσκεται στα υψώματα ανάμεσα στην Ξάνθη και τη Σταυρούπολη, βλέπουμε τη Σταυρούπολη, τμήμα της πλατιάς κοιλάδας του Νέστου και ένα τμήμα από τις περιορισμένες εντατικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην ημιορεινή αυτή κοιλάδα.

Η ζώνη αυτή είναι ίσως η πλέον ανομοιογενής από αυτές που ορίσαμε (βλ. Σχήμα 1), καθώς περιλαμβάνει πλατιές κοιλάδες με πεδινές αγροτικές εκτάσεις, ορεινές περιοχές, τοπία και οικισμούς στις υπώρειες της Ροδόπης και των ορέων της Λεκάνης. Η ζώνη αφορά σε εδάφη και των τριών νομών (Δράμας, Καβάλας και Ξάνθης).

Το κέντρο της ενδιάμεσης αυτής ζώνης καταλαμβάνει η επιμήκης πλατιά κοιλάδα Παρανεστίου - Σταυρούπολης με τις πεδινές της εκτάσεις, η οποία αναπτύσσεται παράλληλα με το ρου του ποταμού από βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά σε μήκος περίπου 15 χλμ. Βόρεια ορίζεται από τις πλαγιές της Ροδόπης, νοτιοδυτικά από τα όρη της Λεκάνης και νοτιοανατολικά από τον ιδιαίτερο σχηματισμό των Στενών του Νέστου. Στις πλαγιές της Ροδόπης διακρίνουμε δύο επιμέρους περιοχές κατά μήκος των δύο οδικών αξόνων που εισχωρούν στην ορεινή ζώνη. Από το Παρανέστι ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί στους οικισμούς Πρασινάδα και Διπόταμα του Νομού Δράμας. Από την περιοχή του Δαφνώνα αντίστοιχα ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί στους οικισμούς Καρυόφυτο και Λειβαδίτης του Νομού Ξάνθης. Στα νότια, στα διοικητικά όρια του Νομού Καβάλας, στις πλαγιές των βουνών της Λεκάνης αναπτύσσεται ένα δίκτυο οικισμών με κέντρο τον οικισμό Λεκάνη.

Η περιοχή Παρανεστίου - Σταυρούπολης χαρακτηρίζεται από το ανθρωπογενές περιβάλλον, καθώς κυριαρχούν σ’ αυτήν οι γεωργικές καλλιέργειες, τα βοσκοτόπια και οι οικισμοί με τις αντίστοιχες χρήσεις, κάποιες από τις οποίες εξαπλώνονται κατά μήκος του κύριου οδικού άξονα της περιοχής. Υπάρχει βέβαια ο Νέστος με τις αποθέσεις, τις νησίδες και την παραποτάμια υδροχαρή βλάστηση, στοιχεία, όμως,  τα οποία σε αυτή τη θέση περιορίζονται σε μία ζώνη πλάτους λίγων εκατοντάδων μέτρων στην καλύτερη περίπτωση (βλ. Εικόνα 1).

Στην περιοχή των ορέων της Λεκάνης κυριαρχούν τα δάση δρυός, σε καλή ή μέτρια κατάσταση. Υπάρχουν και δάση κωνοφόρων αλλά και εκτεταμένοι βοσκότοποι χαμηλής βλάστησης. Οι περιοχές γύρω από τους οικισμούς Πρασινάδα και Λειβαδίτης χαρακτηρίζονται από τα δάση της Ροδόπης με ενότητες πλατύφυλλων και κωνοφόρων αλλά και φυσικά ορεινά λιβάδια και βοσκότοπους (βλ. Εικόνα 2). Εντυπωσιακά είναι τα ρέματα που διατρέχουν αυτές τις ορεινές περιοχές και χύνονται στο Νέστο (βλ. Εικόνα 3). Σε αρκετές θέσεις δημιουργούν καταρράκτες, οι σημαντικότεροι από τους οποίους είναι αυτός της Αγ. Βαρβάρας (βλ. Εικόνα 4) στην περιοχή της Πρασινάδας και  του Λειβαδίτη (ο ψηλότερος καταρράκτης των Βαλκανίων) (βλ. Εικόνα 5). Οι υφιστάμενοι οικισμοί είναι λίγοι, μικροί και οι περισσότεροι εγκαταλειμμένοι. Αντίστοιχα οι ανθρωπογενείς οχλήσεις είναι μικρές, αν εξαιρέσουμε τη λατόμευση και την υλοτομία, οι οποίες τείνουν να πάρουν σημαντική έκταση και ένταση. Βορειότερα, στα όρια με τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, έχουμε δύο βιότοπους μεγάλης οικολογικής σημασίας και αισθητικής αξίας. Βόρεια του Παρανεστίου και της Πρασινάδας το παρθένο δάσος Φρακτού, το μόνο παρθένο δάσος στην Ελλάδα, κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο της φύσης το 1980. Πρόκειται για μικτό δάσος οξιάς, ελάτης, ερυθρελάτης. Αντίστοιχα, βόρεια του Λειβαδίτη αναπτύσσεται το δάσος Δρυμός, γνωστό και ως Χαϊντού (βλ. Σχήμα 2). Έχει κι αυτό κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο της Φύσης. Στο εσωτερικό του υπάρχουν δάση πεύκης, οξιάς και σποραδικές συστάδες ελάτης. Σημαντικής οικολογικής και αισθητικής αξίας είναι το Αρκουδόρεμα, ένα από τα σημαντικότερα ρέματα που καταλήγουν στο Νέστο (βλ. Σχήμα 3).

Το παραγωγικό σύστημα της περιοχής παρουσιάζει σημαντική υστέρηση. Όσον αφορά τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, περιορίζονται στην παραποτάμια ζώνη και κοντά στη Σταυρούπολη, όπου από τα οθωμανικά χρόνια υπάρχει ιδιαίτερη ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας. Η περιοχή “sou yalesi”, τοπωνύμιο που σημαίνει “πεδιάδα δίπλα στο νερό” (γιαλός) και απαντάται μέχρι και σήμερα στους ντόπιους, είχε ακμάσει λόγω της καλλιέργειας των περίφημων ανατολικών αρωματικών καπνών “μπασμά” (μικρόφυλλα καπνά που συσκευάζονταν σε δεμάτια πατημένων φύλλων). Η εγκατάλειψη της ποικιλίας μετά τον πόλεμο και την επικράτηση στη διεθνή αγορά των καπνών τύπου Virginia, σε συνδυασμό με τη γενικότερη κρίση της αγοράς καπνού, οδήγησαν σε σταδιακή αποδιάρθρωση της γεωργίας στην περιοχή. Η ορεινή κτηνοτροφία είναι επίσης περιορισμένη, αυτή τη φορά λόγω της εγκατάλειψης των ορεινών οικισμών. Παραμένει πάντως ως σημαντική δραστηριότητα, ειδικά στα όρη της Λεκάνης. Ακόμη πιο περιορισμένος εμφανίζεται ο δευτερογενής τομέας. Ως κύρια αιτία μπορεί να θεωρηθεί η έλλειψη αξιόπιστων οδικών συνδέσεων, σε συνδυασμό βέβαια με τη γενικότερη κρίση που παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια η μεταποίηση στη Θράκη. Η υλοτομία και τα λατομεία παραμένουν αρκετά σημαντικές δραστηριότητες στην περιοχή, παρά τα προβλήματα που προκαλούν στο φυσικό περιβάλλον. Τα τελευταία χρόνια ο τομέας που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη είναι αυτός του εναλλακτικού τουρισμού.

Ο δρόμος Δράμας - Ξάνθης, ο οποίος διασχίζει την κεντρική περιοχή της ζώνης που εξετάζουμε, ήταν πριν από 30 χρόνια μέρος του κύριου οδικού δικτύου που διέτρεχε τη Θράκη. Αργότερα δημιουργήθηκε το εθνικό δίκτυο νοτιότερα, παράλληλα με την παραλιακή περιοχή της Θράκης, το οποίο αντικαταστάθηκε στις μέρες μας από την Εγνατία Οδό. Τόσο το παλαιό εθνικό δίκτυο όσο και η Εγνατία Οδός διέρχονται μακριά από τη ζώνη που εξετάζουμε. Μάλιστα, καθώς παρεμβάλλονται τα όρη της Λεκάνης, δεν υπήρχε η δυνατότητα διαμόρφωσης συνδέσεων παρά μόνο μέσω της οδού Σταυρούπολης - Κεχρόκαμπου - Χρυσούπολης, καθώς και στις εισόδους των πόλεων της Δράμας και της Ξάνθης. Έτσι η ζώνη αυτή παραμένει εκτός των βασικών οδικών συνδέσεων παρουσιάζοντας εσωστρέφεια και συνδεόμενη με ικανοποιητικό τρόπο μόνο με τη Δράμα. Λιγοστές είναι επίσης οι συνδέσεις των ορεινών οικισμών με τον βασικό άξονα, ενώ απουσιάζουν οι οριζόντιες συνδέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές συγκεντρώσεις ορεινών οικισμών. Το γεγονός ότι κατά μήκος του πεδινού τμήματος διέρχεται η σιδηροδρομική γραμμή δίνει κάποια διέξοδο στην επικοινωνία της περιοχής με τα αστικά κέντρα και αναδεικνύει σε σημαντικούς πόλους τη Σταυρούπολη και το Παρανέστι, οι σιδηροδρομικοί σταθμοί των οποίων παραμένουν ενεργοί. Οι περισσότεροι από τους οικισμούς αυτής της ενότητας πριν από τη συνθήκη της Λωζάνης είχαν μικτό πληθυσμό, μουσουλμανικό και χριστιανικό. Άλλοι ήταν αμιγώς μουσουλμανικοί. Μετά την υπογραφή της συνθήκης οι μουσουλμάνοι οδηγήθηκαν στην Τουρκία, στο πλαίσιο της αναγκαστικής ανταλλαγής πληθυσμών, και στη θέση τους έφθασαν χριστιανοί πρόσφυγες.

Στην ευρύτερη ζώνη που εξετάζουμε παρατηρούνται θύλακες οικιστικών συγκεντρώσεων κατά μήκος κυρίως των οδικών αξόνων. Σημαντικότερη είναι η συγκέντρωση οικισμών κατά μήκος του επαρχιακού άξονα Δράμας - Ξάνθης, ανάμεσα στο Παρανέστι και τη Σταυρούπολη (βλ. Σχήματα 4 και 5). Στο δίκτυο των οικισμών ξεχωρίζουν η Σταυρούπολη (797 κάτοικοι) (βλ. Εικόνα 6) στο Νομό Ξάνθης, το Παρανέστι (619 κάτ.) (βλ. Εικόνα 7) στο Νομό Δράμας, και η Λεκάνη (608 κάτ.) (βλ. Εικόνα 8) στο Νομό Καβάλας. Σε αυτούς τους τρεις οικισμούς και μόνο συγκεντρώνεται και το σύνολο των κοινωνικών και διοικητικών υποδομών της περιοχής. Ειδικά στη Λεκάνη ακόμη και αυτές οι υποδομές είναι στοιχειώδεις. Στην Σταυρούπολη και το Παρανέστι κρίνονται επαρκείς, σε σχέση τουλάχιστον με τις υπόλοιπες ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Στη συνέχεια έχουμε οικισμούς με λιγότερους από 300 κατοίκους, και αρκετούς εγκαταλειμμένους ή υπό εγκατάλειψη (λιγότερο από 50 κάτ.). Όλοι οι οικισμοί στην ευρύτερη ζώνη, την εικοσαετία 1961-1981 παρουσίασαν πληθυσμιακή συρρίκνωση. Το Παρανέστι, ο Δαφνώνας, η Πασχαλιά, η Λεκάνη και  το Καρυόφυτο, που ήταν μεγάλα χωριά, έχασαν τον μισό πληθυσμό τους. Μικρότερα χωριά είχαν μεγαλύτερες απώλειες που έφτασαν σχεδόν έως την ερήμωσή τους. Η Σταυρούπολη άντεξε σχετικά, εμφανίζοντας πληθυσμιακή μείωση της τάξης του 11,5%. Και εδώ οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν στο μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα και στις τάσεις εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης. Την επόμενη εικοσαετία (1981-2001) οι μικρότεροι οικισμοί (που είχαν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες) εμφανίζουν ελαφριά πληθυσμιακή αύξηση ενώ οι μεγαλύτεροι εμφανίζονται στάσιμοι (Παρανέστι +12%, Δαφνώνας +8%). Η Σταυρούπολη, ωστόσο, εμφανίζει πληθυσμιακές απώλειες της τάξης του 35%. Εκτιμάται ότι αυτό οφείλεται στην ελκτικότητα της Ξάνθης ως αστικού πόλου της περιοχής, η οποία καθ' όλη την τεσσαρακονταετία εμφανίζει σημαντική πληθυσμιακή αύξηση (22% το διάστημα 1961-1981 και 33% το διάστημα 1981-2001).

Η ιστορία της ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή αποδεικνύεται από πλήθος τόπων και μνημείων αρχαιολογικής αξίας, που χρονολογούνται από τον 10o αιώνα π.Χ. έως τα βυζαντινά χρόνια. Επίσης, οι περισσότεροι από τους ορεινούς οικισμούς της ζώνης αυτής διαθέτουν ενδιαφέρον απόθεμα κτιρίων διαφόρων χρήσεων και τύπων (βλ. Εικόνες 9 και 10). Τα περισσότερα από αυτά τα κτίρια στέκουν σήμερα εγκαταλειμμένα στη φυσική φθορά του χρόνου και μοιάζουν να απορροφούνται σιγά σιγά από το έδαφος. Δεν είναι όμως μόνο τα κτίρια. Η ανθρώπινη παρουσία και ο μόχθος έχουν εγγραφεί στο τοπίο με μικρές κατασκευές στην ύπαιθρο, όπως διαμορφωμένα μονοπάτια, αναλημματικοί τοίχοι και αναβαθμοί, γεφυράκια, βρύσες, εκκλησάκια (βλ. Εικόνα 11).

Γ.Π. και Α.Δ.


 

Εισαγωγή

Τα τοπία του Νέστου ποταμού

 

 

Ζώνη Α

Ορεινή ζώνη Φαλακρού όρους- Δυτικής Ροδόπης

 

 

Ζώνη B

Υδροηλεκτρικά φράγματα Θησαυρού και Πλατανόβρυσης

 

Ζώνη Δ

Στενά Νέστου (Θρακικά Τέμπη)

 

 

Ζώνη Ε

Πεδιάδα και Δέλτα του Νέστου

 

 

Επίλογος

Τα επτά τοπία του Νέστου